Ειρηνοδικείο Αμαρουσίου
Αρ. Απόφασης: 240/2021*
Πρόεδρος: Σ. Λάσκαρη, Ειρηνοδίκης
Δικηγόροι: Χ. Θεοδωρόπουλος, Δ. Λουμιτής
ΙΚΕ. Ευθύνη διαχειριστή εις ολόκληρον σε αποζημίωση απέναντι όχι μόνο στην εταιρία, αλλά και στους εταίρους και στους τρίτους για παραβάσεις του νόμου, του καταστατικού ή για πταίσματα κατά τη διαχείριση. Προϋποθέσεις απαλλαγής του από κάθε ευθύνη δυνάμει απόφασης της συνέλευσης των εταίρων. Συνυπογραφή εν γνώση και με σκοπό βλάβης από τον διαχειριστή, συμφωνητικού αναγνώρισης οφειλής της ΙΚΕ. Στοιχειοθέτηση του αδικήματος της απάτης, εφόσον κατά την υπογραφή του και την ανάληψη της ανωτέρω υποχρεώσεως, αυτός είχε ειλημμένη απόφαση να μην προβεί σε πληρωμή, καθώς τελούσε εν γνώσει ότι η ΙΚΕ ήταν αδύνατον να εξοφλήσει και πρόθεσή του ήταν η αποφυγή λήψης άμεσων μέτρων κατά της εταιρίας. Εξαπάτηση εταίρων με την μη συμπερίληψη της απαίτησης στον λογαριασμό εκκαθαρίσεως. Ευθύνη διαχειριστή σε αποζημίωση της ενάγουσας.
Διατάξεις: άρθρα 259, 263 Ν 4072/2012
Οι διαχειριστές της ΕΠΕ ευθύνονται εις ολόκληρον (ΑΚ 481, 487) σε αποζημίωση απέναντι όχι μόνο στην εταιρία, αλλά και στους εταίρους και στους τρίτους για παραβάσεις του νόμου, του καταστατικού ή για πταίσματα κατά τη διαχείριση (άρθ. 26 παρ. 1 Ν 3190/55). Η συνέλευση των εταίρων μπορεί να απαλλάξει τους διαχειριστές από κάθε ευθύνη για αποζημίωση, παρόλο που ζημίωσαν υπαίτια την εταιρία ή, αν εφόσον δε λήφθηκε απόφαση της συνέλευσης μέσα σε εύλογο χρόνο για άσκηση της εταιρικής αγωγής, ή η εταιρία παραιτήθηκε από τις αξιώσεις της ή η εταιρία αποφάσισε τη μη άσκηση της εταιρικής αγωγής (άρθ. 26 παρ. 2 Ν 2190/20). Ωστόσο, η συνέλευση των εταίρων μπορεί να αποφασίσει τη μη απαλλαγή των υπαιτίων από την ευθύνη διαχειριστών και την ενάσκηση των αξιώσεων της εταιρίας κατά αυτών για αποζημίωση (άρθ. 14 παρ. 2 στοιχ. β, δ Ν 3190/55). Η εταιρία είναι πρωτίστως ο δικαιούχος των αξιώσεων αποζημίωσης, οι δε εταίροι και τρίτοι αποκτούν το δικαίωμα άσκησης επικουρικά της εταιρικής αγωγής (actio pro socio) και μόνο αν δεν ασκηθεί η εταιρική αγωγή, με αίτημα την καταβολή αποζημίωσης στην εταιρία. Δεν πρόκειται για πλαγιαστική άσκηση των αξιώσεων της εταιρίας (αμφ.) από τους εταίρους και τους δανειστές, αλλά για άμεση και ευθεία νομιμοποίηση του εταίρου (πρόσθετη νομιμοποιητική εξουσία των κατ’ιδίαν εταίρων). Σημειωτέον ότι για την αποφυγή κάθε σύγχυσης οι εταίροι και οι τρίτοι δεν ασκούν προσωπικές αξιώσεις αλλά αξιώσεις της εταιρίας και δεν ζητούν την αποκατάσταση της προσωπικής τους ζημίας αλλά αυτής της εταιρίας. Η αξίωση της εταιρίας κατά των διαχειριστών παραγράφεται μετά 5 ετία (άρθ. 26 παρ. 2 εδ. 2 Ν 3190/55). Η ατομική αυτή αγωγή του εταίρου (actio pro socio) θεμελιώνεται στην ενοχική και οργανωτική φύση της εταιρικής σχέσης και θεωρείται η αγωγή του εταίρου για υποχρεώσεις ή καθήκοντα διαχείρισης, ήτοι η αγωγή αποζημίωσης που παρέχεται προς λογοδοσία του διαχειριστή εταίρου. Εκ των ανωτέρω προκύπτει ότι οι διαχειριστές δεν υπέχουν κατ’ αρχήν προσωπική ευθύνη για τα χρέη της εταιρίας έναντι των τρίτων. Ωστόσο, δυνατόν είναι να συντρέχει και πρωτογενής ευθύνη των διαχειριστών προς αποζημίωση από αδικοπραξία και μάλιστα από αδίκημα κατά του νομικού προσώπου της εταιρίας (ΑΚ 914, 919) ή ακόμη και προσωπική ευθύνη των διαχειριστών έναντι των κατ’ιδίαν εταίρων και τρίτων σύμφωνα με τους κανόνες του κοινού δικαίου (ΑΚ 224, 914, 919), όταν οι εταίροι ή οι τρίτοι υφίστανται προσωπική ζημία, που δεν αποτελεί αντανάκλαση της εταιρικής ζημίας, οπότε βάση της ευθύνης των διαχειριστών αποτελούν οι διατάξεις περί ευθύνης του κοινού δικαίου (ΑΚ 71, 914, 919). Έτσι, ενώ ο διαχειριστής εταιρίας περιορισμένης ευθύνης δεν ευθύνεται προσωπικά έναντι τρίτων για τα χρέη της εταιρίας (άρθρα 1 και 26 Ν 3190/1955, 70, 71 και 748 ΑΚ), είναι όμως δυνατή η προσωπική ευθύνη των διαχειριστών της ΕΠΕ εις ολόκληρο με την εταιρία έναντι των τρίτων για την άμεση ζημία την οποία υφίστανται από αδικοπραξία. Η αποκατάσταση της προσωπικής ή άμεσης ζημίας των τρίτων διέπεται από τις κοινές διατάξεις άρθρων 71, 914 επ. ΑΚ (ΕφΠειρ 266/2015 Μον). Συνεπώς, με βάση τις διατάξεις του Αστικού Κώδικα, και για την ταυτότητα του νομικού λόγου, και ο διαχειριστής ΙΚΕ ευθύνεται εις ολόκληρον μαζί με την εταιρία, έναντι τρίτων ιδιωτών, κατ’ άρθρο 71 ΑΚ, σε περίπτωση υπαίτιας πράξης ή παράλειψης, που γεννά υποχρέωση αποζημίωσης είτε λόγω παραβίασης συμβατικών υποχρεώσεων είτε λόγω αδικοπραξίας.
Με την κρινομένη αγωγή, κατ’ ορθή εκτίμηση του δικογράφου της, η ενάγουσα ιστορεί ότι ο εναγόμενος, ως διαχειριστής αρχικά, και εκκαθαριστής στην συνέχεια, της ήδη λυθείσης και εκκαθαρισθείσης Ιδιωτικής Κεφαλαιουχικής Εταιρίας υπό την επωνυμία «… ΙΔΙΩΤΙΚΗ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥΧΙΚΗ ΕΤΑΙΡΙΑ», η οποία έδρευε στο … Αττικής, εν γνώσει και με σκοπό την βλάβη της, συνυπέγραψε μετ’ αυτής το από 31.10.2017 συμφωνητικό όπου αναγνώριζε την οφειλή της ανωτέρω ΙΚΕ συνολικού ποσού ευρώ 12.115,09, προερχομένη εκ καθυστερουμένων μισθωμάτων και αναλογίας δαπανών κοινοχρήστων, όπως λεπτομερώς αναλύονται στην αγωγή, ενώ γνώριζε κατά τον χρόνο της υπογραφής ότι η απαίτηση αυτή δεν υπήρχε δυνατότητα να ικανοποιηθεί, τούτο δε έπραξε, προκειμένου να μην προβεί η ενάγουσα αμέσως σε νομικές ενέργειες κατά της υπ’ αυτού εκπροσωπουμένης ΙΚΕ, επί πλέον δε, στον συνταγέντα υπό του ιδίου τελικό ισολογισμό εν όψει λύσεως της ΙΚΕ παρέλειψε σκοπίμως να αναφέρει μεταξύ των απαιτήσεων κατά της εταιρίας και την ήδη ένδικη απαίτηση της ενάγουσας, με αποτέλεσμα η ενάγουσα να μην δύναται να ικανοποιήσει την απαίτησή της από τα περιγραφόμενα στον ισολογισμό αυτόν πάγια αναπόσβεστης αξίας της ανωτέρας απαιτήσεώς της.
Ζητεί δε, με βάση τα ανωτέρω πραγματικά περιστατικά όπως υποχρεωθεί ο εναγόμενος να της καταβάλει το ποσόν των δώδεκα χιλιάδων εκατόν δέκα πέντε ευρώ και εννέα λεπτών με τον νόμιμο τόκο από τις 4.8.2019, επομένη της παρελεύσεως της ταχθείσης δια της από 26.7.2019 εξωδίκου της οχλήσεως προθεσμίας, άλλως από της επιδόσεως της αγωγής, να κηρυχθεί προσωρινά εκτελεστή η απόφαση και να καταδικασθεί ο εναγόμενος στην δικαστική της δαπάνη.
Με το παραπάνω περιεχόμενο, η αγωγή, η οποία επιδόθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα στον εναγόμενο εντός της προβλεπόμενης στο άρθρο 215 παρ. 2 ΚΠολΔ προθεσμίας για την ολοκλήρωση της άσκησής της, όπως προκύπτει από την υπ’ αριθ. …/11.9.2019 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών, …, παραδεκτώς εισάγεται για να συζητηθεί ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού που είναι αρμόδιο καθ’ ύλη και κατά τόπον (άρθρ. 7, 9, 14 παρ. 1 εδ. α και Μ ΚΠολΔ), κατά την προκειμένη τακτική διαδικασία. Είναι δε επαρκώς ορισμένη, καθώς περιλαμβάνει όλα τα απαιτούμενα κατ’ άρθρο 216 ΚΠολΔ στοιχεία για την νομική και ιστορική θεμελίωση αυτής, είναι δε και νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 71, 345, 914 ΑΚ, 386 παρ. 1 ΠΚ, 345, 346 ΑΚ, 176, 907, 908 παρ. 1 ΚΠολΔ. Επομένως, η αγωγή πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω και ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα, δεδομένου ότι η ενάγουσα κατέβαλε το ανάλογο τέλος δικαστικού ενσήμου με τις νόμιμες υπέρ τρίτων προσαυξήσεις (βλ. το υπ’ αριθ. … e-παράβολο).
Ο εναγόμενος συνομολογεί την ιδιότητά του ως διαχειριστή και εν συνεχεία ως εκκαθαριστή της εναγομένης, την ύπαρξη της ενδίκου απαιτήσεώς της ενάγουσας και την υπογραφή του ανωτέρω συμφωνητικού και κατά τα λοιπά αρνείται την αγωγή.
Από τα έγγραφα που οι διάδικοι μετ’ επικλήσεως προσκομίζουν και από τα διδάγματα της κοινής πείρας, που λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο (άρθρο 336 παρ. 4 ΚΠολΔ), αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Ο εναγόμενος, ως διαχειριστής αρχικά, και εκκαθαριστής στην συνέχεια, της ήδη λυθείσης και εκκαθαρισθείσης Ιδιωτικής Κεφαλαιουχικής Εταιρίας υπό την επωνυμία «… ΙΔΙΩΤΙΚΗ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥΧΙΚΗ ΕΤΑΙΡΙΑ» η οποία έδρευε στο … Αττικής, εν γνώσει και με σκοπό την βλάβη της, συνυπέγραψε μετ’ αυτής το από 31.10.2207 συμφωνητικό όπου ανεγνώριζε την οφειλή της ανωτέρω ΙΚΕ συνολικού ποσού ευρώ 12.115,09, προερχομένη εκ καθυστερουμένων μισθωμάτων και αναλογίας δαπανών κοινοχρήστων, όπως λεπτομερώς αναλύονται στην αγωγή, ενώ εγνώριζε κατά τον χρόνο της υπογραφής ότι η απαίτηση αυτή δεν υπήρχε δυνατότης να ικανοποιηθεί, τούτο δε έπραξε προκειμένου να μην προβεί η ενάγουσα αμέσως σε νομικές ενέργειες κατά της υπ’ αυτού εκπροσώπουμένης ΙΚΕ, επί πλέον δε, στον συνταγέντα υπό του ιδίου τελικό ισολογισμό εν όψει λύσεως της ΙΚΕ παρέλειψε σκοπίμως να αναφέρει μεταξύ των απαιτήσεων κατά της εταιρίας και την ήδη ένδικη απαίτηση της ενάγουσας, με αποτέλεσμα η ενάγουσα να μην δύναται να ικανοποιήσει την απαίτηση από τα περιγραφόμενα στον ισολογισμό αυτόν πάγια αναπόσβεστης αξίας ανωτέρας της απαιτήσεως.
Προκειμένης λύσεως της μισθώσεως μεταξύ της εναγούσης και της … ΙΚΕ, αφορούσας δύο χώρους στο Β και στο A υπόγειο οικοδομής επί της οδού … αρ … στην … Αττικής, υπεγράφη το από 31.10.2017 ιδιωτικό συμφωνητικό, διά του οποίου, μεταξύ άλλων, η … ΙΚΕ αποδέχθηκε την ύπαρξη χρέους της προς την ενάγουσα ύψους 12.115,09 ευρώ και ανέλαβε την υποχρέωση εξοφλήσεώς του. Το ανωτέρω συμφωνητικό υπεγράφη από τον εναγόμενο, ενεργούντος ως μόνου διαχειριστού της ΙΚΕ, πλην όμως κατά την υπογραφή του και την ανάληψη της ανωτέρω υποχρεώσεως, αυτός είχε ειλημμένη απόφαση να μην προβεί σε πληρωμή, καθώς τελούσε εν γνώσει ότι η … ΙΚΕ ήταν αδύνατον να εξοφλήσει (βλ. προτάσεις εναγομένου: «ήταν αδύνατο να την εξοφλήσει. Η εταιρία … δεν είχε χρήματα…»), συνεπώς πληρούνται οι προϋποθέσεις συγκροτήσεως του αδικήματος της απάτης, σύμφωνα με την ανωτέρω νομική σκέψη, αφού πρόθεσή του ήταν να αποφευχθεί η λήψη άμεσων μέτρων κατά της … IKE, πράγμα το οποίο επέτυχε, καθώς όταν εκινήθη τελικώς η διαδικασία και έως ότου εκδοθεί η εις βάρος της … ΙΚΕ δικαστική απόφαση, αυτή είχε λυθεί και είχε ολοκληρωθεί και η εκκαθάρισή της.
Σημειωτέον ότι ο εναγόμενος, ενώ ως εκκαθαριστής είχε υποχρέωση να συμπεριλάβει στον λογαριασμό εκκαθαρίσεως την απαίτηση της ενάγουσας δεν το έπραξε, εξαπατώντας με τον τρόπο αυτό και τους εταίρους, οι οποίοι ενέκριναν τον ισολογισμό ότι δήθεν δεν υπάρχει αυτή η απαίτηση, ο δε ήδη προβαλλόμενος ισχυρισμός ότι τούτο συνέβη εκ παραδρομής, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος, καθώς αυτός ως εκκαθαριστής δεν παρέλειψε κανέναν εκ των λοιπών δανειστών, ενώ επί πλέον είχε άμεση γνώση της υπάρξεως της απαιτήσεως της ενάγουσας, αφού είχε υπογράψει ο ίδιος το ανωτέρω συμφωνητικό, στην πράξη δε αυτή προέβη, προκειμένου να μην δυνηθεί η ενάγουσα να ικανοποιηθεί από την περιουσία της … ΙΚΕ, όπως αυτή εμφανιζόταν στον τελευταίο αυτόν ισολογισμό. […]
(Δέχεται την αγωγή.)
Παρατηρήσεις
Άσκηση αξιώσεων κατά διαχειριστών ΕΠΕ ή ΙΚΕ με αφορμή την ΕιρΑμαρ 240/2021 (τακτική)
1. Περιουσιακή αυτοτέλεια νομικού προσώπου
Με την εδώ σχολιαζόμενη απόφαση ΕιρΑμαρ 240/2021 (τακτική διαδικασία) επιβεβαιώνεται και εφαρμόζεται η αρχής της αυτοτέλειας του νομικού προσώπου της ΙΚΕ σε σχέση με τους εταίρους και τους διαχειριστές αυτής και η συνακόλουθη αρχή της περιουσιακής αυτοτέλειας και, παραλλήλως, επικυρώνεται το δόγμα του ελληνικού εταιρικού δικαίου περί μη αποκατάστασης της άμεσης ζημίας του εταίρου της εταιρίας σε εφαρμογή της ανωτέρω αρχής.
2. Νομολογία ΕΠΕ στην ΙΚΕ
Ακόμη, με την ίδια απόφαση επιβεβαιώνεται ότι, ελλείψει ιδιαίτερης νομολογίας σε ζητήματα ΙΚΕ, αξιολογείται και αξιοποιείται η επεξεργασία και προσέγγιση αναλόγων ζητημάτων στο πλαίσιο του νομικού προσώπου της ΕΠΕ, όπως άλλωστε υποδεικνύει και ο ίδιος ο Ν 4072/2012 περί ΙΚΕ στη διάταξη του άρθρου 116 παρ. 1 αυτού με τίτλο «Προσαρμογή στις γενικές διατάξεις», ορίζοντας ότι όπου στη νομοθεσία υπάρχουν ρυθμίσεις που αναφέρονται γενικά στις κεφαλαιουχικές εταιρίες οι ρυθμίσεις αυτές επεκτείνονται και στην ιδιωτική κεφαλαιουχική εταιρία, εκτός αν από τον νόμο ή τη φύση αυτής της συνάγεται κάτι διαφορετικό, ενώ οι αναφορές σε ποσοστά επί του κεφαλαίου λογίζεται ότι αναφέρονται σε ποσοστά επί του συνολικού αριθμού των εταιρικών μεριδίων1. Η διάταξη αυτή δύναται να εκληφθεί και ως ερμηνευτικός οδηγός για τον εφαρμοστή του δικαίου της ΙΚΕ, ελλείψει νομολογιακών δεδομένων.
3. Εφαρμογή άρθρου 26 Ν 3190/1955 – Παραδοχές της ΕιρΑμαρ 240/2021
Η εδώ εξεταζόμενη απόφαση συνιστά κατ’ ουσία εφαρμογή στην ΙΚΕ των διατάξεων του άρθρου 26 Ν 3190/1955 περί ΕΠΕ2, σε ερμηνευτική ανάλυση της οποίας προβαίνει, για να καταλήξει ότι η αποκατάσταση της προσωπικής ή άμεσης ζημίας των τρίτων έναντι των διαχειριστών κεφαλαιουχικής εταιρίας, ως η ΙΚΕ ή ΕΠΕ, διέπεται από τις κοινές διατάξεις των άρθρων 71 και 914 επ. ΑΚ3.
Ειδικότερα, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στο σώμα της ΕιρΑμαρ 240/2021 πραγματικά περιστατικά, ο δανειστής του νομικού προσώπου της οφειλέτιδος ΙΚΕ νομίμως στρέφεται και προσωπικώς κατά του διαχειριστή, και στη συνέχεια εκκαθαριστή, της ΙΚΕ για την αποπληρωμή ενός χρέους του νομικού προσώπου της ΙΚΕ, επειδή υπέγραψε ιδιωτικό συμφωνητικό με τον δανειστή, στο οποίο υποσχόταν την αποπληρωμή της οφειλής, ενώ γνώριζε εκ των προτέρων, ήτοι κατά τη στιγμή της υπογραφής, ότι η ΙΚΕ δεν έχει διαθέσιμα κεφάλαια και ότι δεν επρόκειτο να αποπληρωθεί η οφειλή και ότι έπραξε αυτό, ήτοι υπέγραψε το συμφωνητικό με μοναδικό σκοπό να παραπλανήσει τον δανειστή και να τον αποτρέψει, άλλως να τον καθυστερήσει από την επιδίωξη είσπραξης της απαίτησής του με λήψη νομικών μέτρων εναντίον νομικού προσώπου της ΙΚΕ.
Η ΕιρΑμαρ 240/2021 δέχθηκε επίσης ότι η ευθύνη του εκκαθαριστή θεμελιώθηκε περαιτέρω, αθροιστικώς προς το ανωτέρω υπογραφέν συμφωνητικό, και στο γεγονός ότι ο εναγόμενος με την ιδιότητά του ως εκκαθαριστή της ΙΚΕ, ενώ είχε υποχρέωση να συμπεριλάβει στον ισολογισμό εκκαθαρίσεως και την απαίτηση της ενάγουσας, δεν το έπραξε, εξαπατώντας με τον τρόπο αυτόν, και τους εταίρους, οι οποίοι ενέκριναν τον ανωτέρω ισολογισμό πειθόμενοι ότι δεν υφίσταται η εν λόγω απαίτηση, στην δε πράξη αυτή προέβη ο εκκαθαριστής, ώστε να μην καταστεί δυνατόν στον δανειστή να ικανοποιηθεί από την περιουσία της ΙΚΕ.
4. Ατομική ευθύνη διαχειριστή ΙΚΕ εξ αδικοπραξίας σε σχέση με εταιρικό χρέος
Το κρίσιμο στοιχείο, επί του οποίου θεμελιώθηκε η απόφαση, είναι ότι το Δικαστήριο, δικάζον κατά την τακτική διαδικασία, επείσθη και θεώρησε ως πλήρως αποδεδειγμένο ότι ο εναγόμενος διενήργησε το αδίκημα της απάτης κατ’ άρθρο 386 παρ. 1 ΠΚ, άρα ενέχεται και ατομικώς εκ των διατάξεων της αστικής αδικοπραξίας κατ’ άρθρα 914 επ. ΑΚ με την προσωπική του περιουσία για το εταιρικό χρέος της ΙΚΕ έναντι του δανειστή ενάγοντος.
Αυτό που εγείρει, όμως, εύλογο προβληματισμό είναι η διατύπωση της ΕιρΑμαρ 240/2021, σύμφωνα με την οποία ο εναγόμενος διαχειριστής και μετέπειτα εκκαθαριστής της ΙΚΕ ως φυσικό πρόσωπο «συνυπέγραψε μετ’ αυτής» (ήτοι μετά της ΙΚΕ) το αναφερόμενο στην απόφαση ιδιωτικό συμφωνητικό αναγνώρισης και υπόσχεσης εξόφλησης της εταιρικής οφειλής. Από τη διατύπωση αυτή, όμως, δύναται να προκύψει ότι ο εναγόμενος υπέγραψε με δύο ιδιότητες, ήτοι αφενός ως εκπρόσωπος της ΙΚΕ και αφετέρου ατομικώς, διότι άλλως, ήτοι αν είχε αυτός υπογράψει μόνον ως εκπρόσωπος της ΙΚΕ, η προσήκουσα κατά νομική ακριβολογία διατύπωση θα ήταν ότι υπέγραψε το φυσικό πρόσωπο «για λογαριασμό της ΙΚΕ» και όχι «μαζί με το νομικό πρόσωπο».
Με βάση τον ανωτέρω προβληματισμό προκύπτει ότι ενδεχομένως στην υπό κρίσιν περίπτωση η ευθύνη του νομίμου εκπροσώπου (διαχειριστή και στη συνέχεια εκκαθαριστή) για το εταιρικό χρέος προέκυψε από το νομικώς διακεκριμένο γεγονός της υπογραφής του ως φυσικού προσώπου επί του επιδίκου συμφωνητικού, πράγμα που τον κατέστησε αυτοτελώς συμβαλλόμενο σε αυτό και όχι απλώς συμμετασχόντα στην κατάρτισή του με την ιδιότητα του νομίμου εκπροσώπου του νομικού προσώπου. Μια τέτοια περίπτωση θα ενίσχυε και θα αιτιολογούσε σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό τη δικαστική κρίση της ΕιρΑμαρ 240/2021, αφού αυτό το ίδιο το γεγονός ότι ένα φυσικό πρόσωπο που είναι νόμιμος εκπρόσωπος κεφαλαιουχικής εταιρίας διαβεβαιώνει και ιδίω ονόματι την αποπληρωμή του εταιρικού χρέους έναντι του δανειστή δύναται να διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο στη σκόπιμη παραπλάνηση του δανειστή της ΙΚΕ που θεωρεί, ευλόγως ότι, αν ο νόμιμος εκπρόσωπος συμβάλλεται ιδίω ονόματι για το εταιρικό χρέος, τότε αυτό πράγματι θα αποπληρωθεί και έτσι παραπλανάται ευχερέστερα να μην ασκήσει ή να μην ασκήσει εγκαίρως τις αξιώσεις του.
Αλλά ακόμη και αν ήθελε θεωρηθεί ότι ο διαχειριστής ή εκκαθαριστής μίας κεφαλαιουχικής εταιρίας, ως εν προκειμένω της ΙΚΕ, ενήργησε για λογαριασμό της και μόνον και όχι ιδίω ονόματι (ενδεικτικώς, αν υπέγραψε ιδιωτικό συμφωνητικό αναγνώρισης χρέους μόνον ως νόμιμος εκπρόσωπος της ΙΚΕ), οι ενέργειές του ελέγχονται και αυτοτελώς, προκειμένου να διαπιστωθεί εάν αυτός ευθύνεται και προσωπικώς και με την ατομική του περιουσία έναντι του εταιρικού δανειστή εις ολόκληρον μαζί με το νομικό πρόσωπο της ΙΚΕ, για την άμεση ζημία που τυχόν υπέστη ο εταιρικός δανειστής από την αδικοπραξία που διέπραξε ο διαχειριστής ή εκκαθαριστής με την συμπεριφορά του ως νόμιμος εκπρόσωπος της ΙΚΕ4.
Σε μια τέτοια περίπτωση, η ΕιρΑμαρ 240/2021 υιοθετεί την απολύτως κρατούσα άποψη, σύμφωνα με την οποία η εξωτερική ευθύνη των οργάνων ενός νομικού προσώπου και δη μίας κεφαλαιουχικής εταιρίας, ως η ΙΚΕ και η ΕΠΕ, ρυθμίζεται από τις εκάστοτε εφαρμοστέες γενικές ή ειδικές διατάξεις του αστικού δικαίου5.
5. Επιδίωξη άσκησης εταιρικών αξιώσεων με το άρθρο 26 Ν 3190/1955
Αυτός είναι και ο λόγος, για τον οποίον ρητώς αναφέρεται στη απόφαση ότι με τη διάταξη του άρθρου 26 παρ. 1 Ν 3190/1955 δεν προβλέπεται η επιδίωξη ατομικών αξιώσεων του τρίτου (ή του εταίρου) κατά του διαχειριστή της ΕΠΕ (ή του εκκαθαριστή ΕΠΕ κατά τη διάταξη του άρθρου 46 παρ. 3 Ν 3190/1955 που ορίζει ότι στην εκκαθάριση οι διατάξεις για τη διαχείριση εφαρμόζονται αναλόγως, σε συνδυασμό προς άρθρο 26 παρ. 1 Ν 3190/1955), αλλά επιδιώκεται η ικανοποίηση εταιρικών αξιώσεων6.
6. Εις ολόκληρον ευθύνη διαχειριστή και νομικού προσώπου
Με βάση τα ανωτέρω, η αποκατάσταση της προσωπικής ή άμεσης ζημίας του τρίτου δανειστή της ΙΚΕ ή ΕΠΕ διέπεται από τις κοινές διατάξεις των άρθρων 71 και 914 επ. ΑΚ και άρα ο διαχειριστής της ΙΚΕ, όπως και ο διαχειριστής της ΕΠΕ, και αντίστοιχα και ο εκκαθαριστής ΙΚΕ ή ΕΠΕ, ευθύνεται εις ολόκληρον μαζί με την ΙΚΕ ή την ΕΠΕ έναντι των τρίτων κατά τη διάταξη του άρθρου 71 ΑΚ, σε περίπτωση που αυτός προβεί σε υπαίτια ενέργεια, πράξη ή παράλειψη, που γεννά υποχρέωση αποζημίωσης, είτε λόγω παραβίασης συμβατικών υποχρεώσεων, είτε λόγω αδικοπραξίας.
7. Επιδίωξη εταιρικών αξιώσεων από εταίρους κατ’ άρθρο 26 Ν 3190/1955
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον στην εδώ σχολιαζόμενη απόφαση έχει και η ανάπτυξη και ανάλυση που αφορά στη διάταξη του άρθρου 26 Ν 3190/1955 περί ΕΠΕ περί ευθύνης των διαχειριστών ΕΠΕ, όσον αφορά όχι μόνον στις αξιώσεις τρίτων κατ’ αυτών, αλλά και στις ενδεχόμενες αξιώσεις των εταίρων κατ’ αυτών. Όπως και στην ΕιρΑμαρ 240/2021 σημειώνεται, με τη διάταξη δεν θεμελιώνεται προσωπική αξίωση των εταίρων κατά των διαχειριστών (και εκκαθαριστών), αλλά ρυθμίζεται το ζήτημα του τρόπου ενάσκησης της εταιρικής αξίωσης με σκοπό τη διευκόλυνση στην επιδίωξη ικανοποίησης της εταιρικής αξίωσης και τη μέσω αυτής προστασία της εταιρικής περιουσίας και, γενικότερα, την προστασία των συμφερόντων του νομικού προσώπου.
Μόνο μέσα από την ανωτέρω διαδικασία δύναται να προστατευθεί κατ’ αρχήν και ο εταίρος του νομικού προσώπου, ο οποίος υφίσταται, κατά το δόγμα του παραδοσιακού εταιρικού δικαίου, την καλούμενη έμμεση ή αντανακλαστική ζημία, η οποία έτσι μόνον εμμέσως αποκαθίσταται7.
8. Ειδική περίπτωση πλαγιαστικής αγωγής ή πρόσθετη νομιμοποιητική εξουσία εταίρων
Η άσκηση της αξίωσης του νομικού προσώπου από τον τρίτο ή τον εταίρο κατά τη διάταξη του άρθρου 26 παρ. 1 Ν 3190/1955 στην ΕΠΕ συνιστά ειδική περίπτωση άσκησης πλαγιαστικής αγωγής σε σχέση προς τη γενική δικονομική διάταξη του άρθρου 72 ΚΠολΔ περί πλαγιαστικής άσκησης δικαιώματος τρίτου προσώπου από μη δικαιούχο διάδικο, με αποτέλεσμα να δύναται να διατυπωθεί η άποψη ότι η διάταξη του άρθρου 26 παρ. 1 Ν 3190/1955 αποτελεί ειδική δικονομική διάταξη. Στο σημείο δε αυτό αναγνωρίζουμε και την ιδιαίτερη σημασία της διάταξης του άρθρου 26 παρ. 1 Ν 3190/1955 ως ειδικής σε σχέση προς τη γενική διάταξη περί άσκησης πλαγιαστικής αγωγής του άρθρου 72 ΚΠολΔ, αφού με τη γενική διάταξη είναι ιδιαιτέρως αμφίβολο αν θα μπορούσε να γίνει δεκτό ότι και ο εταίρος δύναται να θεωρηθεί ότι νομιμοποιείται να ασκήσει πλαγιαστικώς την αξίωση του νομικού προσώπου της εταιρίας. Η διάταξη επιλύει αυτό το ζήτημα προς όφελος τόσο του νομικού προσώπου της εταιρίας όσο και του εταίρου8.
Αντίθετα, η εδώ σχολιαζόμενη ΕιρΑμαρ 240/2021 υιοθετεί, χωρίς να επεξηγεί, ως προκύπτει από το σώμα αυτής, την άποψη ότι στην περίπτωση της διάταξης του άρθρου 26 Ν 3190/1955 «δεν πρόκειται για πλαγιαστική άσκηση των αξιώσεων της εταιρίας (αμφ.) από τους εταίρους και τους δανειστές, αλλά για άμεση και ευθεία νομιμοποίηση του εταίρου (πρόσθετη νομιμοποιητική εξουσία των κατ’ ιδίαν εταίρων).». Στη συνέχεια όμως η ίδια η ΕιρΑμαρ 240/2021 αναφέρει ότι «για την αποφυγή κάθε σύγχυσης οι εταίροι και οι τρίτοι δεν ασκούν προσωπικές αξιώσεις αλλά αξιώσεις της εταιρίας και δεν ζητούν την αποκατάσταση της προσωπικής τους ζημίας αλλά αυτής της εταιρίας». Καταλήγει, όμως, με τον τρόπο αυτόν στο ίδιο ακριβώς σημείο, στο οποίο καταλήγει τελικώς και η άποψη περί του ότι στην περίπτωση της διάταξης του άρθρου 26 παρ. 1 Ν 3190/1955 πρόκειται περί ειδικής περίπτωσης πλαγιαστικής αγωγής.
Η, μη επί της ουσίας αντικρουόμενη, άποψη περί πλαγιαστικής αγωγής πλεονεκτεί και ως προς το ότι εντάσσει κα κατηγοριοποιεί από δογματική άποψη την, προ ικανού χρόνου συνταχθείσα, διάταξη του άρθρου 26 παρ. 1 Ν 3190/1955 σε ένα ευρύτερο μέσον άσκησης δικαιωμάτων.
9. Απάτη – μη εγγραφή αξίωσης στον ισολογισμό ΙΚΕ – αναβίωση εκκαθάρισης κατ’ άρθρο 107 παρ. 2 περ. β’ Ν 4635/2019
Θα ήταν, όμως παράλειψη, να μην αναφερθούμε στην ειδική θεμελίωση της δικαστικής κρίσης στο αδίκημα της απάτης. Πράγματι, όπως δύναται ευχερώς να διαπιστωθεί, η ΕιρΑμαρ 240/2021 έκρινε ότι ο εκκαθαριστής που δεν περιέλαβε στον ισολογισμό της υπό εκκαθάριση ΙΚΕ την απαίτηση του ενάγοντος δανειστή, το έπραξε τούτο δολίως για να μη δυνηθεί ο δανειστής να ικανοποιηθεί από την περιουσία της ΙΚΕ. Πλην όμως, με αυτή την αιτιολογία η δεύτερη αυτή πράξη του εκκαθαριστή δεν ήταν πρόσφορη να επιφέρει κατά τον νόμο το φερόμενο ως επιδιωκόμενο αποτέλεσμα της ματαίωσης της ικανοποίησης της αξίωσης του δανειστή κατά της ΙΚΕ. Και αυτό, διότι η εγγραφή ή μη μίας αξίωσης στον ισολογισμό μίας εταιρίας, μπορεί μεν να συνιστά παράβαση των κανόνων του φορολογικού και του εταιρικού λογιστικού δικαίου και να επιφέρει τις αντίστοιχες συνέπειες, πλην όμως δεν συνιστά κατά τον νόμο προϋπόθεση επιδίωξης της αξίωσης του δανειστή κατά της ΙΚΕ. Η αξίωση του δανειστή κατά του νομικού προσώπου αρκούσε να δύναται να αποδειχθεί με οποιοδήποτε νόμιμο αποδεικτικό μέσο, ώστε να δύναται να επιδιωχθεί από τον δανειστή κατά της ΙΚΕ.
Προς επίρρωση των ανωτέρω μπορεί ακόμη να αναφερθεί και ότι ο δανειστής μίας εταιρίας, της οποίας έχει περατωθεί το στάδιο της εκκαθαρίσεως, έχει έννομο συμφέρον και δικαίωμα να ζητήσει από το ΓΕΜΗ την αναβίωση της εκκαθάρισης για να καταστεί σε αυτόν πρακτικώς και δικονομικώς εφικτό να επιδιώξει την ικανοποίηση της αξίωσής του κατά του νομικού προσώπου της εταιρίας, σύμφωνα με τη νέα διάταξη του άρθρου 107 παρ. 2 περ. β’ Ν 4635/20199.
Επομένως, κατά νομική ακριβολογία το γεγονός ότι ο εναγόμενος εκκαθαριστής παρέλειψε, σκοπίμως όπως δέχθηκε η εδώ σχολιαζόμενη απόφαση, να περιλάβει την αξίωση του ενάγοντος δανειστή στον ισολογισμό εκκαθάρισης, συνιστά τεκμήριο του δόλου του, ο οποίος συνιστά στοιχείο και προϋπόθεση της από αυτόν προσωπικώς τελεσθείσας αδικοπραξίας, ενώ δεν αποτελεί αυτή καθεαυτή την ίδια την πράξη που συνιστά αδικοπραξία.
10. Το δόγμα της μη αποκατάστασης της έμμεσης ζημίας και η έμμεση ανατροπή του μέσα από την προστασία της υπόστασης του μετοχικού ή εταιρικού δικαιώματος κατά τις περί αδικοπραξιών διατάξεις
Κατά τα λοιπά, η ΕιρΑμαρ 240/2021, συντασσόμενη με το γενικώς αποδεκτό δόγμα του εταιρικού δικαίου περί της αδυναμίας αποκατάστασης της έμμεσης ζημίας του εταίρου ή μετόχου που αναφέρθηκε ανωτέρω, αναφέρθηκε στις νομικές σκέψεις αυτής στην κρατούσα άποψη, σύμφωνα με την οποία ο εταίρος της ΕΠΕ και άρα και της ΙΚΕ, κατ’ άρθρο 26 παρ. 1 Ν 3190/1955, δεν δύναται να επιδιώξει την αποκατάσταση της έμμεσης ζημίας του, ήτοι της ζημίας που προκαλείται στην αξία της εταιρικής του συμμετοχής και των εταιρικών του μεριδίων, από ενέργειες, πράξεις ή παραλείψεις, των οργάνων της εταιρικής διοίκησης που διαχειρίζονται τις εταιρικές υποθέσεις και την εταιρική περιουσία, ήτοι εν προκειμένω του διαχειριστή και, μετά τη λύση του νομικού προσώπου, του εκκαθαριστή ΕΠΕ ή ΙΚΕ. Η άποψη αυτή κυριαρχεί και στον χώρο του δικαίου της ΑΕ.
Η ανωτέρω άποψη δημιουργεί τεράστια προβλήματα, αφήνοντας εν τοις πράγμασιν απροστάτευτη τη μειοψηφία μετόχων και εταίρων στις κεφαλαιουχικές εταιρίες, η οποία αναγκάζεται να δίνει έναν εξ ορισμού άνισο και συνήθως εκ των προτέρων καταδικασμένο σε αποτυχία αγώνα για τον ορισμό ειδικών εκπροσώπων που θα ασκήσουν τις εταιρικές αξιώσεις (άρθρο 69 ΑΚ, άρθρο 67 παρ. 4 εδ. β’ Ν 4072/2012 στην ΙΚΕ10, άρθρο 105 Ν 4548/2018 και πρώην άρθρο 22β ΚΝ 2190/1920 στην ΑΕ11).
Στο σημείο αυτό θα ήταν παράλειψη, αν δεν γινόταν μνεία σε κάποιες πρωτοπόρες αποφάσεις της Ελληνικής νομολογίας των κεφαλαιουχικών εταιριών, σύμφωνα με τις οποίες ο μέτοχος ανώνυμης εταιρίας δύναται να στραφεί ευθέως ατομικώς με αγωγή του κατά των μελών της διοικήσεως του νομικού προσώπου αυτής, αν με τις ενέργειές τους ζημίωσαν το μετοχικό δικαίωμα κατά τέτοιον τρόπο, ώστε να θίγεται η ίδια η υπόστασή του. Σύμφωνα με την ανωτέρω νομολογία γίνεται δεκτό ότι νομιμοποιείται ενεργητικώς ο μέτοχος σε έγερση ατομικής αγωγής κατά των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου μίας ανώνυμης εταιρίας, ιδίως όταν αυτά τα μέλη του ΔΣ τυγχάνουν ταυτοχρόνως και πλειοψηφούντες μέτοχοι της εταιρίας με αίτημα την αποκατάσταση της άμεσης ζημίας του μετόχου της μειοψηφίας δυνάμει της διάταξης του άρθρου 919 ΑΚ, εφόσον η ζημιογόνος πράξη των μελών ΔΣ, αυτοτελώς θεωρούμενη, συνιστά συγχρόνως και παράνομη επέμβαση στην υπόσταση του μετοχικού δικαιώματος, συνιστά δηλαδή και ως προς τους μετόχους αδικοπραξία, από την οποία απορρέει άμεση και αυτοτελής υποχρέωση προς αποζημίωση12.
Η ανωτέρω νομολογία, χωρίς να αναιρεί τη βασική δογματική θέση περί της μη αποκατάστασης της έμμεσης ζημίας του μετόχου ΑΕ, και άρα αναλόγως και για την ταυτότητα της νομικής αιτίας και του εταίρου ΕΠΕ ή ΙΚΕ, διευρύνει σε καθοριστικό βαθμό τα όρια της έννοιας της άμεσης ζημίας του μετόχου και άρα και του εταίρου ΕΠΕ ή ΙΚΕ, ώστε να καθίσταται αυτός προστατευμένος από τις ζημιογόνες ενέργειες των διοικητών του νομικού προσώπου που συνήθως θα προέρχονται από την πλειοψηφία ή θα ταυτίζονται με αυτήν και τελικώς να ενισχύεται επί της ουσίας η ασφάλεια δικαίου στις κεφαλαιουχικές εταιρίες.
Αλέξανδρος Π. Σπυρίδωνος, Δ.Ν., LL.M. (L.S.E.), Δικηγόρος
1. Α. Π. Σπυρίδωνος, Δίκαιο ΙΚΕ και ΕΠΕ, Ερμηνεία κατ’ άρθρο, 4η έκδ., Εκδόσεις Νομική Βιβλιοθήκη, Αθήνα 2020, σελ. 101 επ.
2. Α. Π. Σπυρίδωνος, Δίκαιο ΙΚΕ και ΕΠΕ, 4η έκδ., ό.π., σελ. 601 επ.
3. ΑΠ 172/2016 QUALEX, ΑΠ 1280/2012 ΕΕμπΔ 2013, 626, ΧρΙΔ 2013, 134, ΜΕφΘεσ 2061/2019 ΔΕΕ 2020, 835, ΕφΠειρ 41/2017 ΔΕΕ 2017, 519, 660, ΕφΑθ (ποιν) 1134/2015 ΠοινΔικ 2015, 759, Αρμ 2015, 1727, ΕφΑθ 5753/ ΔΕΕ 2013, 1162, ΠΠρΠειρ 3402/2018 ΔΕΕ 2018, 1423, ΠΠρΑθ 753/2016 Nomos, ΜΠρΘεσ 4889/2017 Nomos.
4. Α. Π. Σπυρίδωνος, Δίκαιο ΙΚΕ και ΕΠΕ, 4η έκδ., ό.π., σελ. 652 επ.
5. ΑΠ 472/2018 Nomos, ΑΠ 370/2018 Nomos.
6. Α. Π. Σπυρίδωνος, Δίκαιο ΙΚΕ και ΕΠΕ, 4η έκδ., ό.π., σελ. 634 επ. ΕφΑθ 480/2009 ΔΕΕ 2009, 1353, ΕφΠειρ 2019/1998 ΕΕμπΔ 1999, 761.
7. Α. Π. Σπυρίδωνος, Δίκαιο ΙΚΕ και ΕΠΕ, 4η έκδ., ό.π., σελ. 641. ΕφΑθ 7255/2009 ΔΕΕ 2010, 442, ΕφΑθ 4233/1993 ΕΕμπΔ 47, 97, ΠΠρΘεσ 3879/2001 Αρμ 2002, 240.
8. Α. Π. Σπυρίδωνος, Δίκαιο ΙΚΕ και ΕΠΕ, 4η έκδ., ό.π., σελ. 642, Μ. Κορδή – Αντωνοπούλου, Η εταιρική δανειοδότηση στην ΕΠΕ – Άρθρο 32 Ν 3190/1955, Εκδόσεις Σάκκουλα – Αθήνα – Θεσσαλονίκη 2006, σελ. 154 επ.
9. Α. Π. Σπυρίδωνος, Δίκαιο ΙΚΕ και ΕΠΕ, 4η έκδ., ό.π., σελ. 288 επ., όπου και κατ’ άρθρον ερμηνεία όλης της νέας νομοθεσίας για το ΓΕΜΗ (άρθρα 85 επ. Ν 4635/2019).
10. Α. Π. Σπυρίδωνος, Δίκαιο ΙΚΕ και ΕΠΕ, 4η έκδ., ό.π., σελ. 632.
11. Α. Π. Σπυρίδωνος, Τα Δικαιώματα της Μειοψηφίας στην Ανώνυμη Εταιρία, Ερμηνεία κατ’ άρθρο, 2η Έκδοση, Εκδόσεις Νομική Βιβλιοθήκη, Αθήνα 2016, σελ. 206 επ.
12. ΑΠ 1298/2006 (Τμ. Α’) ΕλλΔνη 1298/2006, 2006, 1410, ΕΕμπΔ 2006, 597 (Προεδρεύων Ι. Βερέτσος, Εισηγητής Δ. Κανελλόπουλος), με σχόλιο Γεωργίου Σωτηρόπουλου εις ΕΕμπΔ 2006, 601 επ. Αναιρεί την ΕφΑθ 782/2005. ΕφΑθ 6900/2013 ΔΕΕ 2014, 136.
*Η παρούσα απόφαση δημοσιεύτηκε στο νομικό περιοδικό “ΔΙΚΑΙΟ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ & ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ”, τεύχος 10/2021, στην ενότητα “ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ, Ι. Εμπορικό – Οικονομικό Δίκαιο, Εταιρίες” , σελ. 1260, με παρατηρήσεις του Α. Σπυρίδωνος, οι οποίες και μεταφέρονται αυτούσιες
Leave a Reply