ΜονΠρωτΑθ 11180/2025

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

ΤΜΗΜΑ ΕΦΕΣΕΩΝ

ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ 11180/2025

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

Συγκροτήθηκε από τη Δικαστή Μανουέλα Παντελιά, Πρόεδρο Πρωτοδικών, την οποία όρισε ο Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Πρωτοδικείου Αθηνών και τη Γραμματέα Ευαγγελία Κοτρώτσου.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 31 Ιανουαρίου 2025, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

του εκκαλούντος : …….του …….., κατοίκου Αμαρουσίου Αττικής, οδός ……… αρίθμ. …., με ΑΦΜ ………., με την ιδιότητα του εκκαθαριστή της λυθείσας και εκκαθαρισθείσας εταιρίας με την επωνυμία «………ΙΔΙΩΤΙΚΗ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥΧΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ», με ΑΦΜ ………., ο οποίος παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου δικηγόρου του, …………, βάσει δήλωσης του άρθρου 242 παρ. 2 ΚΠολΔ.

της εφεσίβλητης : ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία «………. ΜΟΝΟΠΡΟΣΩΠΗ ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑ», που εδρεύει στη Μεταμόρφωση Αττικής, οδός …………αριθμ. …………….με ΑΦΜ ……………., ως νόμιμα εκπροσωπείται, η οποία εκπροσωπήθηκε δια του πληρεξουσίου δικηγόρου της, Χρήστου Θεοδωρόπουλου (ΑΜ ΔΣΑ 32571), βάσει δήλωσης του άρθρου 242 παρ. 2 ΚΠολΔ.

Η ενάγουσα και ήδη εφεσίβλητη ζήτησε να γίνει δεκτή η από 22.8.2019 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου ……………..22.8.2019 αγωγή της κατά του εναγομένου και ήδη εκκαλούντος ενώπιον του Ειρηνοδικείου Αμαρουσίου. Επί της αγωγής αυτής εκδόθηκε η υπ’ αριθμ. 240/2021 απόφαση του ίδιου ως άνω Δικαστηρίου, η οποία έκανε δεκτή την αγωγή. Κατά της απόφασης αυτής, ο εκκαλών άσκησε την από 26.5.2021 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου ……………..27.5.2021 της γραμματείας του Ειρηνοδικείου Αμαρουσίου και ………19.7.2021 της γραμματείας του Πρωτοδικείου Αθηνών έφεση, η οποία προσδιορίστηκε να συζητηθεί κατά τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας και γράφτηκε στο πινάκιο.

Κατά τη συζήτηση της έφεσης, η οποία εκφωνήθηκε από τη σειρά του οικείου πινακίου, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων δεν παραστάθηκαν στο ακροατήριο, αλλά κατέθεσαν δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 ΚΠολΔ και προκατέθεσαν έγγραφες προτάσεις.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η υπό κρίση από από 26.5.2021 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφο………….27.5.2021 της γραμματείας του Ειρηνοδικείου Αμαρουσίου και ……………..19.7.2021 της γραμματείας του Πρωτοδικείου Αθηνών έφεση του εναγομένου και ήδη εκκαλούντος κατά της οριστικής υπ’ αριθμ. 240/2021 απόφασης του Ειρηνοδικείου Αμαρουσίου, που εκδόθηκε επί της από 22.8.2019 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου ………………….22.8.2019 αγωγής της ενάγουσας και ήδη εφεσίβλητης, αντιμωλία των διαδίκων, κατά την τακτική διαδικασία, έχει ασκηθεί εμπρόθεσμα, και συγκεκριμένα εντός της προθεσμίας των τριάντα (30) ημερών από την επίδοση της προσβαλλομένης, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 144, 145 παρ. 1 και 518 παρ. 1 ΚΠολΔ (βλ. επίδοση της εκκαλουμένης στις 17.5.2021, όπως τούτο προκύπτει από τη σχετική επισημείωση της δικαστικής επιμελήτριας, Νικολέττας Βρέντα επ’ αυτής, και άσκηση της έφεσης στις 27.5.2021) και νομότυπα, με κατάθεση του σχετικού δικογράφου στη γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου που εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση (άρθρα 495 επ., 511 επ. ΚΠολΔ), αρμοδίως δε φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρο 174 ΚΠολΔ). Πρέπει, συνεπώς, να γίνει τυπικά δεκτή (άρθρο 532 ΚπολΔ) και να ερευνηθεί περαπέρω, κατά την ίδια διαδικασία (άρθρο 533 παρ. 1 ΚΠολΔ), ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της, δοθέντος ότι καταβλήθηκε το προβλεπόμενο από το άρθρο 495 παρ. 3 ΚπολΔ παράβολο της έφεσης (βλ. το υπ’ αριθμ. 37877061895107260027 e-Παράβολο του Υπουργείου Οικονομικών), ως προκύπτει από την υπ’ αριθμ. ……………….27.5.2021 έκθεση κατάθεσης δικογράφου της γραμματείας του Ειρηνοδικείου Αμαρουσίου.

Με την αγωγή της, ενώπιον του Ειρηνοδικείου Αμαρουσίου, η ενάγουσα και ήδη εφεσίβλητη εξέθετε ότι ο εναγόμενος και ήδη εκκαλών, ως διαχειριστής αρχικά και εκκαθαριστής στη συνέχεια της εταιρίας με την επωνυμία «……………….. ΙΔΙΩΤΙΚΗ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥΧΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ», με σκοπό τη βλάβη της ιδίας, συνυπέγραψε μετ’ αυτής το  

από 31.10.2017 συμφωνητικό που αναγνώριζε την οφειλή της ανωτέρω ΙΚΕ, συνολικού ποσού 12.115,09 ευρώ, προερχόμενη από καθυστερημένα μισθώματα και αναλογία δαπανών κοινοχρήστων, όπως λεπτομερώς αναφέρονται στην αγωγή, αν και γνώριζε κατά το χρόνο της υπογραφής ότι η απαίτηση αυτή δεν υπήρχε δυνατότητα να ικανοποιηθεί, το έπραξε δε αυτό προκειμένου να μην προβεί η ενάγουσα και ήδη εφεσίβλητη σε νομικές ενέργειες κατά της ως άνω ΙΚΕ, επιπλέον δε στον συνταγέντα από τον ίδιο τελικό ισολογισμό, ενόψει της λύσης της ως άνω εταιρίας, παρέλειψε σκοπίμως να αναφέρει μεταξύ των απαιτήσεων κατά της εταιρίας και την ένδικη απαίτηση της ενάγουσας, με αποτέλεσμα η τελευταία να μην δύναται να ικανοποιήσει την απαίτησή της από τα περιγραφόμενα στον ισολογισμό αυτόν πάγια αναπόσβεστης αξίας της ανωτέρω απαίτησης. Με βάση το ιστορικό αυτό, η ενάγουσα και ήδη εφεσίβλητη ζητούσε να υποχρεωθεί ο εναγόμενος και ήδη εκκαλών να της καταβάλει το ποσό των 12.115,09 ευρώ, νομιμοτόκως από 4.8.2019, επομένη της παρέλευσης της ταχθείσας με την από 26.7.2019 εξώδική της όχληση προθεσμίας, άλλως από την επίδοση της αγωγής ως την πλήρη εξόφληση, να κηρυχθεί η απόφαση προσωρινά εκτελεστή και να καταδικαστεί αυτός στην καταβολή της δικαστικής της δαπάνης. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, αφού έκρινε την αγωγή ορισμένη και νόμιμη, την έκανε εν μέρει δεκτή, υποχρεώνοντας τον εναγόμενο και ήδη εκκαλούντα να καταβάλει στην ενάγουσα και ήδη εφεσίβλητη το ποσό των 12.115,09 ευρώ, νομιμοτόκως από 4.8.2019 και καταδικάζοντάς στον στην καταβολή των δικαστικών εξόδων της τελευταίας. Κατά της απόφασης αυτής, παραπονείται τώρα ο εκκαλών, με την υπό κρίση έφεσή του και με τους διαλαμβανόμενους σε αυτήν λόγους, οι οποίοι ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και σε πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητεί να εξαφανιστεί η εκκαλούμενη απόφαση. ώστε να απορριφθεί η αγωγή και να καταδικαστεί η εφεσίβλητη στη δικαστική του δαπάνη.

Από όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα που οι διάδικοι επικαλούνται και νόμιμα προσκομίζουν, για να χρησιμεύσουν, είτε ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα, είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (άρθρα 339, 395, 591 παρ. 1 ΚΠολΔ), ορισμένα από τα οποία μνημονεύονται παρακάτω, χωρίς, όμως, κάποιο από αυτά να παραληφθεί κατά την ουσιαστική εκτίμηση της διαφοράς, καθώς και από τα διδάγματα κοινής πείρας και λογικής, που λαμβάνονται υπόψη αυτεπάγγελτα από το Δικαστήριο (άρθρο 336 παρ.4 ΚΠολΔ) και γενικά, από όλη την αποδεικτική διαδικασία, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά : Με το από 16.10.2014 ιδιωτικό

συμφωνητικό μίσθωσης ακινήτου, που καταρτίστηκε μεταξύ της ενάγουσας και ήδη της εταιρίας με την επωνυμία «……………….. εφεσίβλητης ανώνυμης εταιρίας ΙΔΙΩΤΙΚΗ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥΧΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ, η τελευταία μίσθωσε από την πρώτη δύο χώρους επιφάνειας 192 τμ, στο υπόγειο 8 και 100 τμ στο υπόγειο Α αντίστοιχα, ενός ανήκοντος κατά πλήρη κυριότητα και νομή στην πρώτη πολυώροφου κτηρίου, αποπλούμενο από υπόγειο Β. υπόγειο Α, ισόγειο, πρώτο, δεύτερο, τρίτο και τέταρτο ορόφους, ανεγερθέντος επί οικοπέδου, καμένου στη Μεταμόρφωση Αττικής, επί της οδού …………, προκειμένου να τους χρησιμοποιεί ως αποθηκευτικό χώρο και γραφεία, αντίστοιχα. Η διάρκεια της επίδικης μίσθωσης ορίστηκε τριετής, αρχόμενη από την 1.11.2014, με λήξη την 31.10.2017, το δε μηνιαίο μίσθωμα συμφωνήθηκε για τα δύο πρώτα χρόνια της μίσθωσης στο συνολικό ποσό των 586 ευρώ και ειδικότερα για το ποσό των 300 ευρώ για το υπόγειο Α και το ποσό των 286 ευρώ για το υπόγειο Β, πλέον του αναλογούντος τέλους χαρτοσήμου, ήτοι στο συνολικό ποσό 607,10 ευρώ, αναπροσαρμοζόμενο ως εκεί ρητά αναγράφεται, καταβλητέο εντός του πρώτου πενθημέρου εκάστου μηνός. Δυνάμει δε του από 16.10.2014 ιδιωτικού συμφωνητικού συμμετοχής σε κοινόχρηστες δαπάνες, συμφωνήθηκε μεταξύ των ανωτέρω εταιριών η υποχρέωση της μισθώτριας εταιρίας, σε συνέχεια και συμπλήρωση του ως άνω ιδιωτικού συμφωνητικού μίσθωσης, να επιβαρύνεται με το καταναλωθέν από αυτήν ηλεκτρικό ρεύμα, καθώς και με την αναλογία της στις λοιπές συνεισπραττόμενες από τη ΔΕΗ χρεώσεις, καθώς και η υποχρέωση αυτής να συμμετέχει στα λοιπά κοινόχρηστα έξοδα λειτουργίας και συντήρησης του κτιρίου με ποσοστό 11% βάσει αναλυτικού σχετικού πίνακα. Ωστόσο, παρά τα ανωτέρω συμφωνηθέντα, η μισθώτρια εταιρία δεν κατέβαλε στην εκμισθώτρια εταιρία τα μηνιαία μισθώματα των μηνών Σεπτεμβρίου, Νοεμβρίου και Δεκεμβρίου 2016, καθώς και τα μισθώματα των μηνών Ιανουαρίου εως Οκτωβρίου 2017, συνολικού ποσού 114 μήνες Χ 607,10 ευρώ) + 19 μήνες Χ 613,17 ευρώ)=] 7.946.93 ευρώ. Έναντι δε της ως άνω οφειλής η ως άνω εταιρία κατέβαλε το ποσό των 260,70 ευρώ, με αποτέλεσμα να οφείλει το συνολικό ποσό των 7.686,23 ευρώ. Παράλληλα, η ως άνω εταιρεία δεν κατέβαλε ούτε τις αναλογούσες στο ως άνω μίσθιο κοινόχρηστες δαπάνες για τους μήνες Αύγουστο 2016 έως Αύγουστο 2017, συνολικού ποσού 4.428,86 ευρώ. Από τα ανωτέρω αποδεικνύεται ότι η συνολική οφειλή της μισθώτριας ανέρχεται στο συνολικό ποσό των 12.115,09 ευρώ. Στις 31.10.2017, οι ανωτέρω εταιρίες υπέγραψαν συμφωνητικό λύσης μίσθωσης και αναγνώρισης χρέους, σύμφωνα με το οποίο συμφωνήθηκαν και έγιναν αμοιβαία αποδεκτά, ότι λύεται το από 16.12.2014 συμφωνητικό μίσθωσης, ο μισθωτής αναγνώρισε και αποδέχεται ότι η συνολική οφειλή του για ενοίκια και κοινόχρηστα ανέρχεται στο ως άνω ποσό, ενώ τα συμβαλλόμενα μέρη ρητά και ανεπιφύλακτα αναγνώρισαν ότι μετά την πραγματοποίηση της εξόφλησης της οφειλής θα έχουν εκπληρωθεί πλήρως όλες οι υποχρεώσεις έναντι του άλλου, δυνάμει του παραπάνω ιδιωτικού συμφωνητικού, καθώς ότι δεν έχουν και δεν διατηρούν καμία εκατέρωθεν αξίωση που απορρέει από την ως άνω μίσθωση ή λόγω λύσης αυτής ή από οποιοδήποτε άλλη αιτία. Ωστόσο, παρά την παρέλευση μεγάλου χρονικού διαστήματος η ως άνω μισθώτρια εταιρία δεν κατέβαλε το οφειλόμενο ποσό, με αποτέλεσμα η ενάγουσα και ήδη εφεσίβλητη να της κοινοποιήσει την από 16.1.2018 εξώδικη όχληση-δήλωση-πρόσκληση με την οποία την καλούσε εντός 5 ημερών από την κοινοποίησή της να της καταβάλει το σύνολο της ως άνω οφειλής. Στη συνέχεια κατόπιν άσκησης αγωγής εκ μέρους της ενάγουσας και ήδη εφεσίβλητης εκμισθώτριας εταιρίας, εκδόθηκε η υπ’ αριθμ. 582/21.5.2019 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, δυνάμει της οποίας η ως άνω μισθώτρια εταιρία υποχρεώθηκε να της καταβάλει το ποσό των 12.115.09 ευρώ νομιμοτόκως, απόφαση η οποία επιδόθηκε στον εναγόμενο και ήδη εκκαλούντα ως νόμιμο εκπρόσωπο της ως άνω εταιρίας, ως προκύπτει από τη σχετική υπ’ αριθμ. …../9.7.2019 έκθεση επίδοσης. Περαιτέρω, ως προκύπτει από την υπ’ αριθμ. πρωτ. 1490810/11.1.2019 ανακοίνωση του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Αθηνών, στις 7.1.2019 καταχωρήθηκε στο Γ.Ε.ΜΗ., το από 9.4.2018 Πρακτικό της συνέλευσης των εταίρων της ΙΚΕ με την επωνυμία «………….. ΙΔΙΩΤΙΚΗ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥΧΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ», με το οποίο οι εταίροι αποφάσισαν τη λύση της εταιρίας και τη θέση αυτής σε εκκαθάριση ορίζοντας ως εκκαθαριστή αυτής τον εναγόμενο και ήδη εκκαλούντα. Σύμφωνα δε με το ανωτέρω πρακτικό, ο εναγόμενος και ήδη εκκαλών πρότεινε την λύση της εταιρίας με ημερομηνία λύσης την 31.12.2017, καθόσον οι υπάρχουσες οικονομικές συνθήκες δεν ευνοούν τη συνέχιση των εργασιών της και οι σωρευμένες ζημίες έχουν υπερκαλύψει τα ίδια κεφάλαια της εταιρίας και έχουν δημιουργήσει αρνητική καθαρή θέση, σύμφωνα με την τελευταία διαχειριστική χρήση, συνολικού ύψους 245.700.67 ευρώ. Ακολούθως δε, ως προκύπτει από την υπ’ αριθμ. πρωτ. 1495330/15.1.2019 ανακοίνωση του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Αθηνών, στις 15.1.2019, καταχωρήθηκε στο Γ.Ε.ΜΗ. τελικός ισολογισμός πέρατος εκκαθάρισης, καθώς και το από 17.4.2018 πρακτικό γενικής συνέλευσης έγκρισης αυτού, κατόπιν δε τούτου η εταιρία διαγράφηκε από το Γ.Ε.ΜΗ. Σύμφωνα δε με τον ανωτέρω τελικό ισολογισμό  εκκαθάρισης, το ενεργητικό της εταιρίας (αποθέματα, απαιτήσεις, προκαταβολές και έσοδα εισπρακτεό) από 1.1.2018 έως 17.4.2018 ήταν μηδενικό, η αξία των κεφαλαίων και αποθεματικών αυτής ανερχόταν σε 1.000 ευρώ, ενώ η ζημία (αποτελέσματα εκκαθάρισης) ανερχόταν σε 1.000 ευρώ, ήτοι το σύνολο της καθαρής θέσης και υποχρεώσεων αυτής ήταν μηδενικό. Η ενάγουσα και ήδη εφεσίβλητη εταιρία, προκειμένου να ικανοποιηθεί από περιουσιακό στοιχείο της ως άνω μισθώτριας της, προέβη στο από 15.7.2019 κατασχετήριο σε βάρος της εταιρίας και εις χείρας των 4 ελληνικών συστημικών τραπεζών χωρίς ωστόσο αποτέλεσμα, καθώς, ως προέκυψε από τις σχετικές δηλώσεις αυτών, δεν υφίστανται τραπεζικές καταθέσεις της ως άνω εταιρίας από τις οποίες θα μπορούσε να ικανοποιηθεί. Στη συνέχεια με την από 26.7.2019 εξώδικη όχληση-δήλωση-καταγγελία της ενάγουσας και ήδη εφεσίβλητης προς τον εναγόμενο και ήδη εκκαλούντα, υπό την ιδιότητα αυτού ως νομίμου εκπροσώπου και καθαριστή της ως άνω εταιρίας, κάλεσε αυτόν εντός 5 ημερών από την κοινοποίησή της να της καταβάλει το ως άνω οφειλόμενο ποσό ισχυριζόμενη ότι ο τελευταίος παρέβη την υποχρέωσή του, ως εκκαθαριστής της ως άνω εταιρίας, να προβεί σε απογραφή της συγκεκριμένης έναντι αυτής υποχρέωσής της και ακολούθως, να εξοφλήσει το αντίστοιχο χρέος, μολονότι γνώριζε την εν λόγω οφειλή ήδη από 31.10.2017. Σε απάντηση της ανωτέρω δήλωσης, ο εναγόμενος και ήδη εκκαλών απέστειλε την από 31.7.2019 εξώδικη απάντησή του, με επιφύλαξη δικαιωμάτων, στην οποία αναφέρει ότι η μισθώτρια εταιρία, λόγω της κρίσης, υπέστη οικονομική καταστροφή, της οποίας η εκμισθώτρια εταιρία έλαβε γνώση άμεσα από την ίδια και για το λόγο αυτό της παραδόθηκε το μίσθιο προκειμένου να μην υπάρξει περαιτέρω ζημία από την καθυστέρηση τυχόν έξωσης της. Ότι η ως άνω εταιρία αναγνώρισε την οφειλή της προς την εκμισθώτρια, αλλά ήταν αδύνατο να την εξοφλήσει, καθώς δεν είχε χρήματα, ούτε περιουσκικά στοιχεία, ενώ είχε και σημαντικά χρέη προς το δημόσιο και τους ασφαλιστικούς οργανισμούς, για τα οποία το ελληνικό δημόσιο και ο ΕΦΚΑ είχαν κατάσχει ακίνητο του νομίμου εκπροσώπου της και ήδη εκκαλούντος, μίσθωμα ακινήτου του, ατομικό λογαριασμό του, ενώ επίκειτο και πλειστηριασμός του ακινήτου του. Ότι μέσα σε αυτό το κλίμα της οικονομικής καταστροφής και προκειμένου να σταματήσουν να τρέχουν οι ατομικές του εισφορές προς τον ΕΦΚΑ, οι εταίροι προχώρησαν σε λύση και εκκαθάριση της εταιρίας με τον τελικό ισολογισμό της εκκαθάρισης να συντάσσεται στις 17.4.2018, και στον οποίο εκ παραδρομής και μόνο δεν συμπεριλήφθηκε η ως άνω απαίτηση, έχοντας κατά νου ότι δεν υπήρχε ενεργητικό στην εταιρία για την ικανοποίησή της. Ωστόσο, ως  προαναφέρθηκε, η ένδικη απαίτηση της ενάγουσας και ήδη εφεσίβλητης δεν περιελήφθη στον τελικό ισολογισμό πέρατος εκκαθάρισης της εν λόγω εταιρίας, εκκαθαριστής της οποίας είχε οριστεί ο εναγόμενος και ήδη εκκαλών, αν και ο τελευταίος, τόσο υπό την ιδιότητά του ως νόμιμος εκπρόσωπος αυτής, όσο και υπό την ιδιότητά του ως εκκαθαριστής αυτής, γνώριζε ήδη από το έτος 2016 και 2017, ότι υπήρχαν ανεξόφλητα μισθώματα (από Σεπτέμβριο του 2016 έως και Οκτώβριο 2017) και κοινόχρηστες δαπάνες, απορριπτομένου ως αβάσιμου του ισχυρισμού του ότι εκ παραδρομής δεν περιελήφθη αυτή. Ειδικότερα, στον προσκομίζομενο ισολογισμό της εν λόγω εταιρίας το έτος 2016, εμφαίνονται τα εξής : πάγιο αξίας 17.929.32 ευρώ, αποθέματα αξία 42.278,33 ευρώ, απαιτήσεις ύψους 191.964.30 ευρώ, προκαταβολές και έσοδα εσπρακτεά ύψους 8.135.07 ευρώ, ενώ στον ισολογισμό του έτους 2017 προκύπτουν μηδενικά πάγια, μηδενικά αποθέματα και μηδενικές προκαταβολές και έσοδα εισπρακτέα, ενώ οι απαιτήσεις μειώθηκαν σε 61.658.49 ευρώ. Ως εκ τούτου, κατά τον χρόνο υπογραφής του ως άνω συμφωνητικού και ανάληψης της υποχρέωσης καταβολής του συνό ο συνολικού οφειλόμενου ποσού, ο εναγόμενος και ήδη εκκολών, αρχικά υπό την ιδιότητα του νομίμου εκπροσώπου της εταιρίας και ακολούθως υπό την ο την ιδιότητα του εκκαθαριστή αυτής, αποδέχτηκε την ύπαρξη χρέους προς την ενάγουσα και ήδη εφεσίβλητη εταιρία, παριστάνοντας ψευδώς σε αυτήν ότι δεν είχε καμία οικονομική δυνατότητα να εξοφλήσει άμεσα την οφειλή της έναντι αυτής, αν και γνώριζε ότι ναι μεν οι απαιτήσεις της εταιρίας μειώθηκαν από 191.964,30 ευρώ το 2016, σε 61.658.49 ευρώ το 2017 και το 2017 δεν υφίσταντο πλέον τα πάγια αίθος 17.929.32 ευρώ, από τα οποία θα μπορούσε η εκμισθώτρια εταιρία να κανοποίησει την αξίωσή της, ωστόσο, εξακολουθούσαν να υφίστανται απαπήσεις της εταιρίας ύψους 61.658.49 ευρώ, από τις οποίες θα μπορούσε η ενάγουσα και ήδη εφεσίβλητη, στρεφόμενη σε βάρος της, να ικανοποιηθεί, επιδιώκοντας δικαστικό την απαίτησή της κατά τον χρόνο εκείνο (2017). Επιπρόσθετα, στον τελικό ισολογισμό της ΙΚΕ παρέλειψε σκοπίμως να αναφέρει μεταξύ των απαιτήσεων κατά της εταιρίας και την ένδικη απαίτηση της ενάγουσας, με αποτέλεσμα η τελευταία να μην δύναται να κανοποιηθεί από την ρευστοποίηση της περιουσίας της. Σημειώνεται δε ότι, λόγω της ανωτέρω συμπεριφοράς του εναγομένου και ήδη εκκαλούντος, απεφεύχθη η λήψη άμεσως μέτρων κατά της εν λόγω εταιρίας, καθώς όταν ανήθη τελικά η διαδικασία σε βάρος της εκ μέρους της εφεσίβλητης, το έτος 2019, η εταιρία είχε ήδη λυθεί και είχε ολοκληρωθεί και η εκκαθάρισή της. Αποτέλεσμα της προαναφερόμενης παράνομης και υπαίτιας συμπεριφοράς του εναγομένοι και ήδη εκκαλούντος, η ενάγουσα και  ήδη εφεσίβλητη εταιρία υπέστη ζημία κατά το ποσό της απαίτησής της. Κατόπιν των ανωτέρω, ο πρώτος λόγος έφεσης κρίνεται απορριπτέος ως αβάσιμος. Σημειώνεται δε ότι αλυσιτελώς προβάλλεται ο ισχυρισμός περί εξαπάτησης των εταίρων, δοθέντος ότι η αγωγή αφορά αδικοπρακτική ευθύνη του εκκαλούντος έναντι της εφεσίβλητης και όχι έναντι έτερων προσώπων. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, που κατέληξε στην ίδια κρίση με παρόμοια αιτιολογία, η οποία συμπληρώνεται με την παρούσα απόφαση (άρθρο 534 ΚΠολΔ), ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε τον νόμο και ορθά εκτίμησε τα αποδεικτικά μέσα.

Κατόπιν του συνόλου των ανωτέρω, και εφόσον δεν υπάρχει άλλο παράπονο κατά της εκκαλουμένης απόφασης, η υπό κρίση έφεση πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμη κατ’ ουσίαν και να διαταχθεί η εισαγωγή του παραβόλου της έφεσης στο δημόσιο ταμείο. Τέλος, τα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας πρέπει να επιβληθούν σε βάρος του εκκαλούντος, λόγω της ήττας του (άρθρα 176, 183, 189 παρ. 1, 190, 191 παρ. 2 ΚΠολΔ), όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό της παρούσης.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.

Δέχεται τυπικά την έφεση και απορρίπτει αυτήν κατ’ ουσίαν.

ταμείο. Διατάσσει την εισαγωγή του παραβόλου άσκησης της έφεσης στο δημόσιο

Καταδικάζει τον εκκαλούντα στην καταβολή των δικαστικών εξόδων της εφεσίβλητης για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, τα οποία προσδιορίζει στο ποσό των τριακοσίων πενήντα ευρώ (350 ευρώ).

Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στην Αθήνα, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο, στις 23/9/ 2025. απόντων των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους.

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ

Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Leave a Reply

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *