ΜονΠρωτΑθ 609/ 2025

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

ΤΜΗΜΑ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΜΕΤΡΩΝ

το ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

ΑΡ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ : 609/ 2025

Συγκροτήθηκε από τον Δικαστή Μασσαλή Ιωάννη, Πρόεδρο Πρωτοδικών, τον οποίο όρισε ο Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Πρωτοδικείου Αθηνών.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 7 Οκτωβρίου 2024, χωρίς τη σύμπραξη Γραμματέα, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

ΤΟΥ ΑΙΤΟΥΝΤΟΣ : …………………του …………………(ΑΦΜ………………..), κατοίκου……………………, ο οποίος παραστάθηκε διά του πληρεξουσίου του Δικηγόρου Χρήστου Θεοδωρόπουλου (Α.Μ. Δ.Σ.Α. 32571).

ΤΗΣ ΚΑΘ’ ΗΣ Η ΑΙΤΗΣΗ : Ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία «doValue Greece Ανώνυμη Εταιρεία Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις» και τον διακριτικό τίτλο «doValue Greece» (πρώην ανώνυμη εταιρία με την επωνυμία

«EUROBANK FPS ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΩΝ ΑΠΟ ΔΑΝΕΙΑ ΚΑΙ ΠΙΣΤΩΣΕΙΣ») (ΑΦΜ 099755919 – αρ. ΓΕΜΗ 121602601000), που

εδρεύει στο Μοσχάτο Αττικής (οδός Κύπρου αρ. 27 και Αρχιμήδους) και εκπροσωπείται νόμιμα [ως μη δικαιούχου διαδίκου και διαχειρίστριας των απαιτήσεων της αλλοδαπής εταιρίας ειδικού σκοπού με την επωνυμία «FRONTIER ISSUER DESIGNATED ACTIVITY COMPANY», που εδρεύει στο Δουβλίνο Ιρλανδίας (οδός Fenian, 2°ς όροφος, Palmerston House, Δουβλίνο 2 – αριθμός μητρώου 669436), ως ειδικής διαδόχου απαιτήσεων της ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Ε.»], η οποία («doValue Greece») παραστάθηκε διά της πληρεξούσιας της Δικηγόρου Στέλλας Χατζή (Α.Μ. Δ.Σ.Α. 36095).

ΕΙΣΑΓΕΤΑΙ  προς  συζήτηση  η  από  17.7.2024  αίτηση  (γενικός  αριθμός κατάθεσης 88279/2024, ειδικός αριθμός κατάθεσης 8569/2024).

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

Α) Στο άρθρο 1 του Ν. 3869/2010, όπως ίσχυε κατά τον επίδικο χρόνο, δηλαδή κατά την ημερομηνία υποβολής ενώπιον του Ειρηνοδικείου της από 4.3.2014 (υπ’ αρ. καταθ. 327/5.3.2014) αίτησης, που υποβλήθηκε από τον ………………….του …………και της …………………….(νυν αιτών διάδικος), καθώς και από τη σύζυγό του, ……………………του ………………και της ……………………..[δηλαδή : α) μετά την αντικατάσταση της παρ. 1 της παραπάνω διάταξης με την παράγραφο 1 του άρθρου 85 του Ν. 3996/2011 (ΦΕΚ Α’ 170/5.8.2011), β) μετά την αντικατάσταση της παρ. 2 με την παράγραφο 15 του άρθρου 20 του Ν. 4019/2011 (ΦΕΚ Α’ 216/30.9.2011), γ) πριν την αντικατάσταση της εν λόγω διάταξης με την παρ. 1 του άρθρου 1 της υποπαρ. Α.4 του άρθρου 2 του Ν. 4336/2015 (ΦΕΚ Α’ 94/14.8.2015), η οποία καταλαμβάνει τις αιτήσεις που υποβάλλονται μετά την έναρξη ισχύος του εν λόγω νόμου, δηλαδή μετά από την υπογραφή από τα συμβαλλόμενα μέρη της Σύμβασης Χρηματοδοτικής Διευκόλυνσης της παρ. Β’ του άρθρου 3 αυτού (βλ. άρθρο 2 υποπαρ. Α.4 αρ. 2 παρ. 5 του Ν. 4336/2015), δ) πριν την προσθήκη του εδαφίου γ’ της παρ. 1 του αρ. 1 του Ν. 3869/2010 δυνάμει του άρθρου 56 του Ν.4549/2018 (ΦΕΚ Α’ 105/14.6.2018)], προβλέπονται τα εξής: «1. Φυσικά πρόσωπα που δεν έχουν πτωχευτική ικανότητα και έχουν περιέλθει, χωρίς δόλο, σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών τους (εφεξής οφειλέτες), δικαιούνται να υποβάλουν στο αρμόδιο δικαστήριο την αίτηση που προβλέπεται στην παράγραφο 1 του άρθρου 4 για τη ρύθμιση των οφειλών τους και απαλλαγή. Την ύπαρξη δόλου αποδεικνύει ο πιστωτής. 2. Δεν επιτρέπεται η ρύθμιση οφειλών, οι οποίες : είτε α) έχουν αναληφθεί το τελευταίο έτος πριν την υποβολή της αίτησης για την έναρξη της διαδικασίας της παραγράφου 1 του άρθρου 4 είτε β) προέκυψαν από αδικοπραξία που διαπράχθηκε με δόλο, από διοικητικά πρόστιμα, χρηματικές ποινές, φόρους και τέλη προς το Δημόσιο και τους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης πρώτου και δευτέρου βαθμού, τέλη προς νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου και εισφορές προς οργανισμούς κοινωνικής ασφάλισης είτε γ) προέκυψαν από χορήγηση δανείων από Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 15 και 16 του ν. 3586/2007, όπως ισχύουν (Α’ 151). 3. Απαλλαγή του οφειλέτη από τα χρέη του σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου μπορεί να γίνει μόνο μία φορά». Κατά την έννοια των ανωτέρω διατάξεων, για να δικαιούται ο οφειλέτης να υπαχθεί στις διατάξεις του Ν. 3869/201Ο για τη ρύθμιση των οφειλών του και απαλλαγή από το υπόλοιπο αυτών, πρέπει να βρίσκεται σε μόνιμη αδυναμία πληρωμών, την οποία πρέπει να περιγράψει στην αίτησή του και βαρύνεται ο ίδιος με το βάρος απόδειξής της. Ως «αδυναμία πληρωμών» νοείται η ανικανότητα του οφειλέτη να εξοφλήσει τους πιστωτές του, εξαιτίας έλλειψης ρευστότητας, δηλαδή έλλειψης όσων χρημάτων απαιτούνται για να μπορεί ο οφειλέτης να ανταποκρίνεται στα ληξιπρόθεσμα και απαιτητά χρέη του, έστω και αν έχει ακίνητη ή άλλη περιουσία, η οποία όμως δεν μπορεί να ρευστοποιηθεί αμέσως. Δεν χρειάζεται να είναι όλες οι απαιτήσεις ληξιπρόθεσμες κατά τη στιγμή της αδυναμίας των πληρωμών, αλλά αρκεί να είναι έστω και μία, ως προϋπόθεση για την έναρξη της διαδικασίας του Ν. 3869/2010, εφόσον βέβαια συντρέχει και η ανωτέρω προϋπόθεση της μόνιμης αδυναμίας πληρωμών, αλλιώς ο οφειλέτης ασκεί πρόωρα το δικαίωμά του και η αίτησή του καθίσταται απορριπτέα. Για τον προσδιορισμό της ρευστότητας λαμβάνεται υπόψη το εισόδημα του οφειλέτη. Ειδικότερα, η αδυναμία του οφειλέτη να ανταπεξέλθει στις οφειλές του κρίνεται συνολικά με βάση τη σχέση ρευστότητάς του προς τις ληξιπρόθεσμες οφειλές του και αφού ληφθούν υπόψη οι απαιτούμενες δαπάνες για την κάλυψη των βιοτικών αναγκών του ίδιου και των προστατευόμενων μελών της οικογένειάς του. Αν η σχέση αυτή είναι αρνητική, με την έννοια _ότι η ρευστότητά του δεν του επιτρέπει να ανταποκριθεί στον όγκο των οφειλών του και στην κάλυψη των βιοτικών αναγκών του, υπάρχει μόνιμη αδυναμία πληρωμής. Για την αξιολόγηση της σχέσης ρευστότητας ληξιπρόθεσμων οφειλών και βιοτικών αναγκών λαμβάνεται υπόψη τόσο η παρούσα κατάσταση ρευστότητας του οφειλέτη όσο και αυτή που διαμορφώνεται κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων. Επισημαίνεται ότι η εν λόγω αδυναμία πληρωμών πρέπει να εξετάζεται υπό το πρίσμα της αξιοπρεπούς διαβίωσης του οφειλέτη και της οικογένειάς του, δηλαδή η μεγαλύτερη δυνατή ικανοποίηση των πιστωτών πρέπει να συνδυάζεται με τη βασική προστασία της προσωπικής αξιοπρέπειας και συνακόλουθα τη διατήρηση- εξασφάλιση ενός στοιχειώδους επιπέδου διαβίωσης του οφειλέτη και των προστατευόμενων μελών της οικογένειάς του. Περαιτέρω, η κατάσταση μόνιμης αδυναμίας πληρωμών, που πρέπει να υπάρχει κατά το χρονικό σημείο της κατάθεσης της αίτησης και η κατάσταση αυτή να διατηρείται μέχρι και τη συζήτηση στο ακροατήριο, μπορεί να οφείλεται σε διάφορα αίτια, όπως απόλυση του οφειλέτη από την εργασία του, μείωση μισθού ή σύνταξης, σοβαρό πρόβλημα υγείας κλπ. Κατά κανόνα, η αδυναμία πληρωμής είναι πραγματικό ζήτημα, το οποίο δύναται να κριθεί από τη συνολική κατάσταση του οφειλέτη, από τη συνολική συμπεριφορά των πιστωτών του κατά το κρίσιμο χρονικό σημείο και την αναμενόμενη εξέλιξή τους στο μέλλον.  Πράξεις  που  φανερώνουν  μόνιμη  αδυναμία  του  οφειλέτη  για την αντιμετώπιση ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών του, μπορούν ενδεικτικά να αποτελέσουν διαμαρτυρικά συναλλαγματικών για τη μη πληρωμή, επιταγές που δεν πληρώθηκαν κατά την εμπρόθεσμη εμφάνισή τους προς πληρωμή, διαταγές πληρωμής πιστωτικών τίτλων, τελεσίδικες καταψηφιστικές δικαστικές αποφάσεις, αιτήματα του οφειλέτη που διατυπώνονται σε επιστολές προς δανειστές για φιλικό διακανονισμό κλπ. (βλ. ΑΠ 43/2024, ΑΠ 1098/2024, ΑΠ 144/2023, ΑΠ 995/2023, ΑΠ 1190/2023, ΑΠ 1784/2023, ΑΠ 1678/2022, ΑΠ 1943/2022, ΑΠ 939/2021, ΑΠ 71/2020, ΑΠ 257/2020, ΑΠ 507/2020, ΑΠ 552/2020, ΑΠ 640/2020, ΑΠ 844/2020 ΑΠ 883/2020 Α’ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 52/2019 ΕπιθΕμπΔ 2019.695 και ΧρΙΔ 2019.608, ΑΠ 882/2019 ΤΝΠ ΔΣΑ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ», ΑΠ 550/2019, ΑΠ 1379/2019 Α’ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1460/2019 ΕπιθΕμπΔ 2020.450, ΑΠ 551/2018 ΕπιθΕμπΔ 2019.429, ΑΠ 1215/2018, ΑΠ 1208/2017 Α’ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ951/2015 ΝοΒ 2016.317). Επισημαίνεται ότι τα εισοδήματα από εργασία πρέπει να αναγράφονται στη σχετική δικαστική απόφαση καθαρά, καθώς μόνο το καθαρό εισόδημα διατίθεται για την κάλυψη των βιοτικών αναγκών του οφειλέτη και των προστατευόμενων μελών της οικογένειάς του (ΑΠ 43/2024, ΑΠ 144/2023, ΑΠ 1784/2023, ΑΠ 1678/2022, ΑΠ 507/2020, ΑΠ 552/2020 Α’ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ).

Β) Στη διάταξη του άρθρου 4 παρ. 1 εδ. α’ του ίδιου ως άνω Ν. 3869/201Ο ορίζεται ότι για την έναρξη της διαδικασίας, ο οφειλέτης καταθέτει αίτηση στον γραμματέα του αρμόδιου δικαστηρίου, συνοδευόμενη από τα έγγραφα, που προβλέπονται στην παρ. 2 του ίδιου άρθρου. Σύμφωνα δε με το άρθρο 3 του ίδιου νόμου, αρμόδιο δικαστήριο για την εκδίκαση της εν λόγω αίτησης είναι το Ειρηνοδικείο, στην περιφέρεια του οποίου ο οφειλέτης έχει την κατοικία του, άλλως την συνήθη διαμονή του, το οποίο δικάζει κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας. Επίσης, κατά τα προβλεπόμενα στη διάταξη του άρθρου 6 παρ. 5 του Ν. 3869/2010 «Αναστολή της αναγκαστικής εκτέλεσης μπορεί να ζητηθεί και μετά την έκδοση της οριστικής απόφασης, εφόσον έχει ασκηθεί εμπρόθεσμα έφεση από τον οφειλέτη. Η αναστολή χορηγείται εάν πιθανολογείται ότι από την εκτέλεση θα προκληθεί ουσιώδης βλάβη στα συμφέροντα του αιτούντος και ότι θα ευδοκιμήσει η αίτηση. Η χορήγηση της αναστολής επάγεται αυτοδικαίως την απαγόρευση διάθεσης των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη». Επομένως, για τη χορήγηση της αναστολής, σύμφωνα με την τελευταία εκ των ανωτέρω διατάξεων, προϋποτίθεται : α) η άσκηση εμπρόθεσμης έφεσης από τον οφειλέτη κατά της απορριπτικής απόφασης, β) η έναρξη της εκτελεστικής διαδικασίας, καθόσον το άρθρο 6 παρ. 5 αναφέρεται σε αναστολή της αναγκαστικής εκτέλεσης και όχι εν γένει των ατομικών καταδιωκτικών μέτρων, συνεπώς προϋποθέτει έναρξη της εκτελεστικής διαδικασίας, όπως αυτή ρυθμίζεται από τα άρθρα 924 επ. ΚΠολΔ. Η έναρξη της εκτελεστικής διαδικασίας καθιστά υποχρεωτική την ύπαρξη εκτελεστού τίτλου, την έκδοση απογράφου και την επίδοση επιταγής προς εκτέλεση, ενώ δεν αρκεί το επικείμενο της εκτέλεσης. Επομένως, η αίτηση για έκδοση διαταγής πληρωμής και η έκδοση αυτής δεν αρκούν για την εφαρμογή του άρθρου 6 παρ. 5 του Ν. 3869/201Ο, γ) η πιθανολόγηση της ευδοκίμησης της ασκηθείσας έφεσης, που θα οδηγήσει στην παραδοχή της αίτησης του οφειλέτη και δ) η πιθανολόγηση ότι από την εκτέλεση δύναται να προκληθεί ουσιώδης βλάβη στα συμφέροντα του οφειλέτη (ΜονΠρΑθ 1942/2020, ΜονΠρΘεσ 4610/2020, ΜονΠρΒολ 469/2020 Α’ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ, ΜονΠρΑθ 6976/2018 αδημ.). Ως προς το δικαστήριο που είναι αρμόδιο να δικάσει την αίτηση αναστολής, ο νόμος δεν προβλέπει ειδική ρύθμιση, γι· αυτό θα πρέπει να τύχει αναλογικής εφαρμογής η διάταξη του άρθρου 763 παρ. 3 εδ. α· ΚΠολΔ, που εφαρμόζεται στις διατάξεις περί εκούσιας δικαιοδοσίας του ΚΠολΔ (κατά το αρ. 3 του Ν. 3869/201Ο η αίτηση υπαγωγής του οφειλέτη στις διατάξεις αυτού του νόμου εκδικάζεται από το αρμόδιο Ειρηνοδικείο κατά τις διατάξεις της εκούσιας δικαιοδοσίας) και σύμφωνα με την οποία «Αν ασκηθεί έφεση, το δικαστήριο που εξέδωσε την απόφαση, όπως και το δικαστήριο που δικάζει την έφεση ή ο πρόεδρός του, μπορούν κατά την κρίση τους, με αίτηση κάποιου από εκείνους που έλαβαν μέρος στην πρωτόδικη δίκη, να αναστείλουν την ισχύ και την εκτέλεσή της, μέχρι να εκδοθεί απόφαση στην έφεση». Ως εκ τούτου, αρμόδιο για την εκδίκαση της αίτησης αναστολής είναι τόσο το Ειρηνοδικείο, που εξέδωσε την προσβαλλόμενη με έφεση απόφαση, όσο και το Μονομελές Πρωτοδικείο, προς το οποίο απευθύνεται η ασκηθείσα έφεση (ΜονΠρΑθ 1942/2020, ΜονΠρΒολ 469/2020, ΜονΠρΗρακλ 1261/2019 Α’ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ).

Με την υπό κρίση αίτηση εκτίθεται ότι ο αιτών υπέβαλε ενώπιον του Ειρηνοδικείου Καλλιθέας Αττικής, από κοινού με τη σύζυγό του ……………………..του ………….και της…………, την από 4.3.2014 αίτηση, με σκοπό την υπαγωγή τους στο πλαίσιο των προστατευτικών διατάξεων του Ν. 3869/2010. Επί της αίτησης αυτής εκδόθηκε η υπ’ αρ. 519/2022 απορριπτική απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, κατά της οποίας οι ως άνω αιτούντες άσκησαν ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών εμπρόθεσμη έφεση (το κείμενο της οποίας επισυνάπτεται ως αυτούσιο περιεχόμενο της υπό κρίση αίτησης), η οποία προσδιορίστηκε να συζητηθεί κατά τη δικάσιμο της 27.3.2026 και διά της οποίας (έφεσης) ζητήθηκε η εξαφάνιση της πρωτόδικης απόφασης, με σκοπό να εξεταστεί εξ υπαρχής η υπόθεση και να γίνει δεκτή η ουσιαστική βασιμότητα της παραπάνω αιτήσεως. Περαιτέρω, ο αιτών εκθέτει ότι έχουν ήδη επισπευστεί διαδικασίες αναγκαστικής εκτέλεσης εις βάρος της περιουσίας του από την καθ’ ης η υπό κρίση αίτηση (η οποία τυγχάνει, στο πλαίσιο των διατάξεων των Ν. 3156/2003 και 4354/2015, διαχειρίστρια των απαιτήσεων της αλλοδαπής εταιρίας ειδικού σκοπού με την επωνυμία «FRONTIER ISSUER DESIGNATED ACTIVITY COMPANY», η οποία αντιστοίχως τυγχάνει ειδική διάδοχος της ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΜΔΟΣ Α.Ε.», με την οποία ο νυν αιτών είχε καταρτίσει συμβάσεις χορήγησης πίστωσης), η οποία του επέδωσε την από 9.7.2024 επιταγή προς πληρωμή, που έχει γραφεί κάτωθι αντιγράφου του πρώτου εκτελεστού απογράφου της υπ’ αρ. 33429/2013 διαταγής πληρωμής του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών και διά της οποίας (επιταγής) επιτάχθηκε να καταβάλει στην καθ’ ης το ποσό των 60.086,39 ευρώ, πλέον τόκων και λοιπών εξόδων. Επικαλούμενος δε αφενός το κατεπείγον της διαδικασίας και τον επικείμενο κίνδυνο βλάβης των συμφερόντων του, αφετέρου τη βεβαιότητα ότι θα ευδοκιμήσει η έφεσή του, ο αιτών υπέβαλε τα ακόλουθα αιτήματα : 1) Να διαταχθεί η αναστολή της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης μέχρι την έκδοση οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών επί της ασκηθείσας έφεσης. 2) Να ανασταλούν τα μέτρα αναγκαστικής εκτέλεσης και συλλήβδην τα εις βάρος του καταδιωκτικά μέτρα εκ μέρους της καθ’ ης μέχρι την έκδοση οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών επί της ασκηθείσας έφεσης. 3) Να απαγορευθεί η μεταβολή της υπάρχουσας νομικής και πραγματικής κατάστασης της περιουσίας του μέχρι την έκδοση οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών επί της ασκηθείσας έφεσης.

Με το παραπάνω περιεχόμενο και αιτήματα η υπό κρίση αίτηση ασκήθηκε παραδεκτώς ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών (άρθρο 763 παρ. 3 εδ. α· ΚΠολΔ), προκειμένου να συζητηθεί κατά την προκείμενη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων (αρ. 686 επ. ΚΠολΔ). Η αίτηση είναι νομικά βάσιμη ως προς το πρώτο αίτημα αυτής, στηριζόμενη στη διάταξη του άρθρου 6 παρ. 5 του Ν. 3869/201Ο, ενώ αντιθέτως θα πρέπει να απορριφθούν ως νομικά αβάσιμα τα λοιπά αιτήματα. Ειδικότερα, ως προς το αίτημα περί διατήρησης της υπάρχουσας νομικής και πραγματικής κατάστασης της περιουσίας του αιτούντος, το αίτημα αυτό δεν στηρίζεται στο νόμο, ούτε βέβαια στη διάταξη του άρθρου 6 παρ. 2 του Ν. 3869/2010, που αφορά τη λήψη μέτρων κατά του οφειλέτη (και όχι υπέρ αυτού), ώστε να αποτραπεί κάθε επιζήμια για τους πιστωτές μεταβολή της περιουσίας του οφειλέτη ή μείωση της αξίας της (Κρητικός, Ρύθμιση των οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων με βάση τον Ν. 3869/2010 όπως ισχύει μετά τις επελθούσες νομοθετικές μεταβολές, 4η έκδοση, σελ. 273 επ.). Το αίτημα δε περί απαγόρευσης κάθε μελλοντικής πράξης εκτέλεσης κατά της περιουσίας του και λήψης καταδιωκτικών μέτρων εις βάρος του, καθίσταται απορριπτέο ως νομικά αβάσιμο, διότι η παραπάνω διάταξη του άρθρου 6 παρ. 5 του Ν. 3869/2010 αφενός αναφέρεται σε αναστολή της αναγκαστικής εκτέλεσης και όχι εν γένει των ατομικών καταδιωκτικών μέτρων, αφετέρου προϋποθέτει ήδη αρξάμενη διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης. Κατά συνέπεια, αναγκαία προϋπόθεση για το παραδεκτό της αίτησης αναστολής κατά την επίδικη διάταξη αποτελεί η επίσπευση αναγκαστικής εκτέλεσης (ΜονΠρΘεσ 4610/2020 Α’ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ, ΜονΠρΑθ 6976/2018 αδημ.), δηλαδή η έναρξη συγκεκριμένης εκτελεστικής διαδικασίας, όπως αυτή ρυθμίζεται από τα άρθρα 924 επ. ΚΠολΔ. (ύπαρξη εκτελεστού τίτλου, έκδοση απογράφου, επίδοση αντιγράφου από το πρώτο εκτελεστό απόγραφο του εκτελεστού τίτλου με επιταγή προς πληρωμή), ενώ δεν αρκεί το επικείμενο της εκτέλεσης (βλ. ως άνω υπό στ. Β’ νομική σκέψη). Από την πλευρά δε του αιτούντος δεν εκτίθεται ότι βρίσκεται σε εξέλιξη οποιαδήποτε άλλη διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης με επίσπευση της νυν καθ’ ης. Περαιτέρω, προκύπτει η εμπρόθεσμη (κατ’ άρθρο 518 παρ. 2 ΚΠολΔ) άσκηση της φεσης κατά της ως άνω υπ’ αρ. 519/2022 οριστικής απόφασης του Ειρηνοδικείου Καλλιθέας Αττικής (ημερομηνία δημοσίευσης 9.9.2022), η οποία πιθανολογείται ότι δεν επιδόθηκε στον αιτούντα, δεδομένου ότι η καθ’ ης δεν επικαλείται κάτι τέτοιο, ενώ η έφεση κατατέθηκε στη Γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου στις 31.1.2023 (βλ. την υπό ΓΑΚ/ΕΑΚ 613/25/31.1.2023 έκθεση κατάθεσης). Δικάσιμος της έφεσης ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών ορίστηκε η 27η Μαρτίου 2026 (βλ. την υπό ΓΑΚ/ΕΑΚ 13394/638/3.2.2023 έκθεση κατάθεσης). Συνεπώς, κατά το μέρος που κρίθηκε νομικά βάσιμη, θα πρέπει η υπό κρίση αίτηση να εξεταστεί περαιτέρω ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα.

Από την ένορκη κατάθεση ενώπιον του ακροατηρίου της μάρτυρος………………, η εξέταση της οποίας προτάθηκε από τον αιτούντα (η μάρτυρας εξετάστηκε χωρίς την τήρηση πρακτικών), από όλα τα έγγραφα που προσκομίστηκαν από τους διαδίκους, μερικά εκ των οποίων αναφέρονται ρητώς κατωτέρω, χωρίς να παραλειφθεί η εκτίμηση κανενός κατά την πιθανολόγηση της ουσιαστικής βασιμότητας των ισχυρισμών των διαδίκων, σε συνδυασμό με τα διδάγματα της. κοινής πείρας, που λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο (αρ. 336 παρ. 4 ΚΠολΔ), πιθανολογήθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Ο αιτών ………………….του……………….. και της ………………..(ΑΦΜ………………) υπέβαλε ενώπιον του Ειρηνοδικείου Καλλιθέας Αττικής, από κοινού με τη σύζυγό του …………….το γένος ……………και ……………(ΑΦΜ……………), την από 4.3.2014 (υπ’ αρ. καταθ. 327/5.3.2014) αίτηση, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 4 παρ. 1 του Ν. 3869/2010, κατά της ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΜΔΟΣ Α.Ε.». Με την εν λόγω αίτηση, επικαλούμενοι οι αιτούντες την έλλειψη πτωχευτικής ικανότητάς τους και τη μόνιμη αδυναμία εξόφλησης των ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών τους προς την ως άνω πιστώτρια τράπεζα, ζήτησαν την επικύρωση του περιλαμβανόμενου στην παραπάνω αίτηση σχεδίου διευθέτησης των οφειλών τους, άλλως τη ρύθμιση των χρεών τους, με την εξαίρεση από τη ρευστοποίηση του περιγραφόμενου στην αίτηση ακινήτου, το οποίο αποτελούσε την κύρια κατοικία τους, σύμφωνα με το σχέδιο διευθέτησης που υπέβαλαν και αφού ληφθεί υπόψη η περιουσιακή και οικογενειακή τους κατάσταση, με σκοπό τη μερική απαλλαγή τους από τα επίδικα χρέη. Η αίτηση προσδιορίστηκε να εκδικαστεί κατά τη δικάσιμο της 16.12.2020, οπότε η συζήτησή της ματαιώθηκε, λόγω της αναστολής της λειτουργίας των δικαστηρίων  στο  πλαίσιο  των  ληφθέντων  περιοριστικών  μέτρων  για  την αντιμετώπιση της πανδημίας COVID-19. Ακολούθως, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του Ν. 4745/2020 και δυνάμει της από 27.1.2021 (υπό ΓΑΚ/ΕΑΚ 2865/830/2021) αίτησης επαναπροσδιορισμού (κωδικός αίτησης 127533), που υποβλήθηκε από τους αιτούντες μέσω της Ενιαίας Ψηφιακής Πύλης Δημόσιας Διοίκησης, με τη χρήση της ηλεκτρονικής πλατφόρμας της Ειδικής Γραμματείας Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους, η συζήτηση της ως άνω από 4.3.2014 (υπ’ αρ. καταθ. 327/5.3.2014) αίτησης προσδιορίστηκε για τη δικάσιμο της 27.5.2022, οπότε και συζητήθηκε αντιμωλία των διαδίκων (αιτούντων και «ΕΘΝΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΕΛΜΔΟΣ Α.Ε.»), ενώ συνεκδικάστηκε με την αυτοτελή πρόσθετη παρέμβαση, που ασκήθηκε από την ανώνυμη εταιρία με την επωνυμία «QQUANT MASTER SERVICER ΜΟΝΟΠΡΟΣΩΠΗ  ΑΝΩΝΥΜΗ  ΕΤΑΙΡΕΙΑ  ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ  ΑΠΑΙΤΗΣΕΩΝ  ΑΠΟ ΔΑΝΕΙΑ ΚΑΙ ΠΙΣΤΩΣΕΙΣ» και τον διακριτικό τίτλο «QQUANT MASTER SERVICER ΑΕΔΑΔΠ», υπό την ιδιότητα της τελευταίας ως μη δικαιούχου διαδίκου, ειδικής πληρεξουσίου και διαχειρίστριας των απαιτήσεων της αλλοδαπής εταιρίας ειδικού σκοπού με την επωνυμία «ASOPUS LP», που εδρεύει στις ΗΠΑ (Corporation Trust Centre, 1209 Orange Street, Wilmington, Delaware 19801) και η οποία τυγχάνει ειδικός διάδοχος της προαναφερόμενης τραπεζικής εταιρίας, κατόπιν μεταβίβασης απαιτήσεων της τελευταίας από δάνεια και πιστώσεις καταναλωτικής ή/και επιχειρηματικής πίστης, δυνάμει της από 15.11.2019 σύμβασης πώλησης και μεταβίβασης απαιτήσεων, η οποία καταχωρήθηκε στο δημόσιο βιβλίο του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών (τόμος 10, αριθμός 350, αρ. πρωτ. 316/15.11.2019). Επί της αίτησης και της αυτοτελούς πρόσθετης παρέμβασης εκδόθηκε η υπ’ αρ. 519/9.9.2022 απόφαση του Ειρηνοδικείου Καλλιθέας Αττικής, η οποία δέχθηκε τυπικά την αυτοτελή πρόσθετη παρέμβαση και απέρριψε την αίτηση ως ουσιαστικώς αβάσιμη, αποδεχόμενη ότι δεν υφίστατο μόνιμη και γενική αδυναμία των αιτούντων να ανταπεξέλθουν στις ληξιπρόθεσμες  οφειλές τους, υπό τις προϋποθέσεις που τάσσονται από τις ειδικότερες διατάξεις του Ν. 3869/2010. Κατά της απόφασης του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου οι αιτούντες άσκησαν την από 23.1.2023 έφεσή τους ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών (υπό ΓΑΚ/ΕΑΚ Ειρηνοδικείου Καλλιθέας 613/25/31.1.2023), η άσκηση της οποίας είναι εμπρόθεσμη, καθώς δεν προκύπτει προηγούμενη της ασκήσεώς της επίδοση της πρωτόδικης απόφασης σε κάποιον διάδικο. Ως ημερομηνία συζήτησης της έφεσης ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών προσδιορίστηκε η δικάσιμος της 27.3.2026 (βλ. την υπό ΓΑΚ/ΕΑΚ 13394/638/3.2.2023 έκθεση κατάθεσης), ενώ οι εφεσίβλητες «ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Ε.» και «QQUANT MASTER SERVICER ΑΕΔΑΔΠ» έχουν ήδη κλητευθεί να παραστούν στη συζήτησή της (βλ. αντιστοίχως τις υπ’ αρ. 2813ΓΊ13.2.2023 και 8669ΕΊ13.2.2023 εκθέσεις επίδοσης των δικαστικών επιμελητών της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών Άννας Παχάκη και Ιωάννη Αγγελόπουλου).

Περαιτέρω, πιθανολογήθηκε ότι ο αιτών γεννήθηκε στην Αλβανία την 1.3.1954 και απέκτησε την ελληνική ιθαγένεια στις 14.7.2014. Τυγχάνει σύζυγος της ……….το γένος ……………..και…………………, η οποία γεννήθηκε στις 19.6.1962 στην Αλβανία και απέκτησε την ελληνική ιθαγένεια στις 15.6.2012. Από τον γάμο τους, που τελέστηκε στην Αλβανία στις 9.10.1980, απέκτησαν τέσσερα τέκνα, που γεννήθηκαν στην Αλβανία, αλλά έχουν αποκτήσει την ελληνική ιθαγένεια και συγκεκριμένα την …………………(γεν. το 1982), την ………………………. (γεν. το 1985), την ………………….(γεν. το 1987) και τον ………………..(γεν. το 1988). Η οικογένεια του αιτούντος κατοικεί μόνιμα στην Ελλάδα εδώ και δεκαετίες, ενώ ο αιτών με τη σύζυγό του διαμένουν στην……………, σε οριζόντια ιδιοκτησία (διαμέρισμα) του 2ου ορόφου πολυκατοικίας επί της οδού………., αρ……, επιφάνειας 98 τετρ. μέτρων και με ποσοστό συνιδιοκτησίας επί του οικοπέδου 91/1000 εξ αδιαιρέτου. Ο αιτών τυγχάνει οφειλέτης στις ακόλουθες συμβάσεις χορήγησης  πίστωσης  :  α)  Στην  υπ’  αρ.  ………………….σύμβαση τοκοχρεωλυτικού δανείου με την «ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Ε.», ύψους 52.230 ευρώ, που καταρτίστηκε με σκοπό τη «βελτίωση – επισκευή κατοικίας», την οποία (σύμβαση) υπέγραψε ο ίδιος ως πρωτοφειλέτης και η σύζυγός του ως εγγυήτρια. Το δάνειο εκταμιεύτηκε στις 4.11.2006 και θα έπρεπε να εξοφληθεί σε 384 συνεχείς μηνιαίες τοκοχρεωλυτικές δόσεις. β) Στην υπ’ αρ. 4176094885/26.10.2006 σύμβαση τοκοχρεωλυτικού δανείου με την «ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Ε.», ύψους 77.770 ευρώ, που καταρτίστηκε με σκοπό την «αγορά κατοικίας», την οποία (σύμβαση) υπέγραψε ο ίδιος ως πρωτοφειλέτης και η σύζυγός του ως εγγυήτρια. Το δάνειο εκταμιεύτηκε στις 21.11.2006 και θα έπρεπε να εξοφληθεί σε 180 συνεχείς μηνιαίες τοκοχρεωλυτικές δόσεις. Με τα δανεισθέντα κεφάλαια των δύο παραπάνω δανειακών συμβάσεων ο αιτών απέκτησε, λόγω αγοράς και κατά πλήρη κυριότητα, νομή και κατοχή, την ανωτέρω οριζόντια ιδιοκτησία (διαμέρισμα), δυνάμει του υπ’ αρ. 19306/12.10.2006 συμβολαίου της Συμβολαιογράφου Καλλιθέας Αττικής Χριστίνας – Γραμματικής Μενέγα του Δημητρίου, που μεταγράφηκε νόμιμα στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Καλλιθέας στις 24.10.2006 (τόμος ΥΛΔ, αριθμός 205), έναντι του αναγραφόμενου στο συμβόλαιο τιμήματος της πώλησης, ύψους 115.000 ευρώ (τότε αντικειμενική αξία ακινήτου 71.001 ευρώ). Επί του παραπάνω ακινήτου έχουν εγγραφεί προσημειώσεις υποθήκης υπέρ της «ΕΘΝΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Ε.» για την εξασφάλιση των απαιτήσεών της από τις ανωτέρω δύο δανειακές συμβάσεις και συγκεκριμένα προσημείωση Β’ τάξης, ύψους 67.899 ευρώ, για την απαίτηση από την υπ’ αρ. 4176091584/26.10.2006 σύμβαση, καθώς και προσημείωση Α’ τάξης, ύψους 93.324 ευρώ, για την απαίτηση από την υπ’ αρ. 4176094885/26.10.2006 σύμβαση. Περαιτέρω, η σύζυγος του αιτούντος είχε καταρτίσει ως πρωτοφειλέτρια τις ακόλουθες δανειακές συμβάσεις με την «ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Ε.»: α) Το υπ’ αρ. 4170659589 καταναλωτικό δάνειο, με το σύνολο της οφειλής να ανέρχεται στις 7.2.2012 στο ποσό των 1.700,41 ευρώ, β) Το υπ’ αρ. ………..καταναλωτικό δάνειο, με το σύνολο της οφειλής να ανέρχεται στις 21.1.2012 στο ποσό των 7.502,49 ευρώ, γ) Το υπ’ αρ. …………….καταναλωτικό δάνειο, με το σύνολο της οφειλής να ανέρχεται στις 26.7.2010 στο ποσό των 7.562,54 ευρώ (βλ. την υπ’ αρ. ……..«αναλυτική κατάσταση οφειλών της «ΕΘΝΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΕΛΜΔΟΣ Α.Ε.».

Λόγω υπερημερίας του αιτούντος και της συζύγου του (πρωτοφειλέτης και εγγυήτρια αντιστοίχως) ως προς την εκπλήρωση των συμβατικών τους υποχρεώσεων από_ τις παραπάνω δύο συμβάσεις τοκοχρεωλυτικών στεγαστικών δανείων, η πιστώτρια «ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΜΔΟΣ Α.Ε.» αιτήθηκε και πέτυχε την έκδοση των ακόλουθων διαταγών πληρωμής : α) Της υπ’ αρ. ……/2013 διαταγής πληρωμής του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, βάσει της οποίας διατάχθηκαν ο αιτών και η σύζυγός του να καταβάλουν στην πιστώτρια τράπεζα, εις ολόκληρον έκαστος, το ποσό των 49.576,16 ευρώ, εντόκως από τις 22.1.2013 (με το εκάστοτε ισχύον τραπεζικό επιτόκιο υπερημερίας, πλέον τις εισφοράς του Ν. 128/1975 και με εξαμηνιαίο ανατοκισμό των τόκων υπερημερίας). Η απαίτηση αυτή προέρχεται από την ως άνω υπ’ αρ. …………/26.10.2006 σύμβαση τοκοχρεωλυτικού δανείου, η οποία καταγγέλθηκε δυνάμει της από 22.10.2012 εξώδικης δήλωσης της πιστώτριας τράπεζας, η οποία επιδόθηκε στον πρωτοφειλέτη και στην εγγυήτρια διά των υπ’ αρ. Β-64/25.10.2012 και Β- 63/25.10.2012 εκθέσεων επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Αθηνών Γεωργίου Κωνσταντόπουλου. Από τα αναγραφόμενα στην εν λόγω διαταγή πληρωμής (βλ. μνεία του προσκομισθέντος από 21.1.2013 αντιγράφου του υπ’ αρ. ………… λογαριασμού του δανείου) προκύπτει ότι η υπερημερία των οφειλετών  ξεκίνησε  στις αρχές  του  2012  (βλ.  την υπ’  αρ.  ………../24.1.2012 «αναλυτική κατάσταση οφειλών» της «ΕΘΝΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΕΛΜΔΟΣ Α.Ε.», από την οποία προκύπτει ότι το σύνολο της οφειλής στις 21.1.2012 ανερχόταν στο ποσό των 48.031,20 ευρώ). β) Της υπ’ αρ. ……./2013 διαταγής πληρωμής του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, βάσει της οποίας διατάχθηκαν ο αιτών και η σύζυγός του να καταβάλουν στην πιστώτρια τράπεζα, εις ολόκληρον έκαστος, το ποσό των 60.086,39 ευρώ, εντόκως από τις 22.1.2013 (με το εκάστοτε ισχύον τραπεζικό επιτόκιο υπερημερίας, πλέον τις εισφοράς του Ν.128/1975 και με εξαμηνιαίο ανατοκισμό των τόκων υπερημερίας). Η απαίτηση αυτή προέρχεται από την ως άνω υπ’ αρ. ……..26.10.2006 σύμβαση τοκοχρεωλυτικού δανείου, η οποία καταγγέλθηκε δυνάμει της από 22.10.2012 εξώδικης δήλωσης της πιστώτριας τράπεζας, η οποία επιδόθηκε στον πρωτοφειλέτη και στην εγγυήτρια διά των υπ’ αρ. 8-61/25.10.2012 και 8-62/25.10.2012 εκθέσεων επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Αθηνών Γεωργίου Κωνσταντόπουλου. Από τα αναγραφόμενα στην εν λόγω διαταγή πληρωμής (βλ. μνεία του προσκομισθέντος από 21.1.2013 αντιγράφου του υπ’ αρ. ……….λογαριασμού του δανείου) προκύπτει ότι η υπερημερία των οφειλετών ξεκίνησε από τα τέλη του 2011 (βλ. την υπ’ αρ. ……../24.1.2012 «αναλυτική κατάσταqη οφειλών» της «ΕΘΝΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Ε.», από την οποία προκύπτει ότι το σύνολο της οφειλής στις 21.1.2012 ανερχόταν στο ποσό των 58.189,67 ευρώ).

Περαιτέρω, πιθανολογήθηκε ότι δυνάμει της υπ’ αρ. 11.726ΕΊ/15.7.2024 έκθεσης επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών Δημητρίου Λαγκαδινού επιδόθηκε στον αιτούντα ακριβές αντίγραφο του πρώτου εκτελεστού απογράφου της ως άνω υπ’ αρ. ……../2013 διαταγής πληρωμής του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών μετά της από 9.7.2024 επιταγής προς πληρωμή, βάσει της οποίας επιτάχθηκε ο αιτών να καταβάλει στην καθ’ ης το επιδικασθέν κεφάλαιο των 60.086,39 ευρώ, εντόκως ως ανωτέρω, πλέον του ποσού των 1.115 ευρώ για επιδικασθείσα δικαστική δαπάνη και λοιπά έξοδα σύνταξης και επίδοσης της επιταγής προς πληρωμή. Με σκοπό δε την αναγκαστική είσπραξη αυτής της απαίτησης η καθ’ ης επέβαλε αναγκαστική κατάσχεση στην προαναφερόμενη οριζόντια ιδιοκτησία (διαμέρισμα) του αιτούντος, δυνάμει της υπ’ αρ. 606Β/19.7.2024 έκθεσης της δικαστικής επιμελήτριας της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών Μυρτώς Σιώρη, ενώ προσδιορίστηκε ο πλειστηριασμός του ακινήτου για τις 5.3.2025 (από 10.00 έως 12.00) ενώπιον της Συμβολαιογράφου Αθηνών……………., έναντι ‘πρώτης προσφοράς 157.000 ευρώ, η οποία ταυτίζεται με την εμπορική αξία του κατασχεθέντος ακινήτου κατά τον χρόνο της κατάσχεσης (άρθρο 993 παρ. 2 ΚΠολΔ), σύμφωνα με την εκτιμητική έκθεση της πιστοποιημένης για εκτιμήσεις ακινήτων ιδιωτικής κεφαλαιουχικής εταιρίας με την επωνυμία «Property Solutions Asset Management ΙΚΕ» (Α.Μ. Υπουργείου Οικονομικών 84), την οποία (έκθεση) συνυπέγραψαν ο πιστοποιημένος εκτιμητής …………(Α.Μ. Υπουργείου Οικονομικών 703) και ο οικονομολόγος – αναλυτής………………… Η δε νομιμοποίηση της νυν καθ’ ης θεμελιώνεται στο γεγονός ότι ενεργεί ως μη δικαιούχος διάδικος, αντιπρόσωπος και διαχειρίστρια των απαιτήσεων της αλλοδαπής εταιρίας ειδικού σκοπού με την επωνυμία «FRONTIER ISSUER DESIGNATED ACTIVITY COMPANY», δυνάμει της από 17.12.2021 σύμβασης μακροχρόνιας διαχείρισης επιχειρηματικών απαιτήσεων, περίληψη της οποίας καταχωρίστηκε στα βιβλία του άρθρου 3 του Ν. 2844/2000 του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών (αρ. πρωτ. 72/4.2.2022; τόμος 13, αριθμός 319) [όπως συμπληρώθηκε με την από 8.11.2022 σύμβαση, που καταχωρίστηκε επίσης στα βιβλία του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών (αρ. πρωτ. 857/8.11.2022, τόμος 15, αριθμός 104)]. Η δε ως άνω αλλοδαπή εταιρία ειδικού σκοπού κατέστη ειδική διάδοχος των επίδικων απαιτήσεων της πιστώτριας «ΕΘΝΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Ε.» κατά του αιτούντος από τις δύο επίδικες συμβάσεις στεγαστικών δανείων, δυνάμει της από 17.12.2021 σύμβασης πώλησης και μεταβίβασης απαιτήσεων, περίληψη της οποίας καταχωρίστηκε στα βιβλία του άρθρου 3 του Ν. 2844/2000 του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών (αρ. πρωτ. 717/17.12.2021, τόμος 13, αριθμός 207), ενώ καταχωρίστηκε εκ νέου στα ως άνω βιβλία με ορθή επανάληψη του παραρτήματος (αρ. πρωτ. 31/20.1.2022, τόμος 13, αριθμός 278).

Επιπλέον, πιθανολογήθηκε ότι ο αιτών εργαζόταν παλαιότερα ως μισθωτός (οικοδόμος), αλλά ήταν εγγεγραμμένος στο μητρώο ανέργων του ΟΑΕΔ από τις 7.1.2013 έως τις 30.6.2021 (βλ. την υπ’ αρ. πρωτ. …./2021/000080542444 από 30.6.2021 βεβαίωση του ΟΑΕΔ), ενώ δεν προσκομίστηκε αντίστοιχη νεότερη βεβαίωση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου. Η δε σύζυγος του αιτούντος διατηρούσε παλαιότερα ατομική επιχείρηση με κύριο αντικείμενο δραστηριότητας «λιανικό εμπόριο γυναικείων ενδυμάτων και φορεμάτων» επί της οδού ……..αρ. …..στην ……..Αττικής, με ημερομηνία έναρξης της δραστηριότητάς της στις 5.3.2007 και διακοπής της, λόγω παύσης εργασιών, στις 30.4.2013 (βλ. την υπ’ αρ. …./12.12.2013 βεβαίωση διακοπής εργασιών της ΔΟΥ Καλλιθέας). Έκτοτε ήταν εγγεγραμμένη στο μητρώο ανέργων του ΟΑΕΔ από τις 24.1.2014 έως τις 30.6.2021 (βλ. την υπ’ αρ. πρωτ. …/2021/000080542506 από 30.6.2021 βεβαίωση του ΟΑΕΔ), ενώ εξίσου δεν προσκομίστηκε αντίστοιχη νεότερη βεβαίωση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου. Από τα προσκομιζόμενα φορολογικά στοιχεία (δηλώσεις και εκκαθαριστικά σημειώματα φόρου εισοδήματος) προκύπτει ότι ο αιτών και η σύζυγός του αποκόμισαν τα ακόλουθα φορολογητέα εισοδήματα, όπως αναφέρονται στον κατωτέρω πίνακα. Διευκρινίζεται ότι τα αναγραφόμενα έτη αφορούν, για την περίοδο 2005 – 2014, οικονομικά έτη, δηλαδή τα αντίστοιχα ημερολογιακά είναι ένα έτος νωρίτερα (2004 – 2013), ενώ έκτοτε τα φορολογικά έτη ταυτίζονται με τα ημερολογιακά.

ΕΤΟΣΑιτώνΣύζυγοςΣΥΝΟΛΟ
20051.273,109.707,2210.980,32
20063.047,7316.094,3319.142,06
20076.950,752.608,059.558,80
20087.648,079.785,5817.433,65
20098.663,4515.181,2623.844,71
20106.973,816.973,81
201113.779,289.161,8822.941,16
20126.870,735.30012.170,73
,                            20134.8554.182,299.037,29
2014 (οικονομικό έτος)6.803,336.803,33
2014 (φορολογικό έτος)6.2706.270
20155.9701.6007.570
20166.8706.870
20173.1953.195
20182.6702.670
20193.2703.270
20202.9702.970
20212.9702.970
20222.6702.670
20233.1203.120

Σημειώνεται δε ότι το μοναδικό εμφανές εισόδημα του αιτούντος τα τελευταία χρόνια αποτελεί το επίδομα ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος (ΕΕΕ), που λαμβάνει από τον ΟΠΕΚΑ, ανερχόμενο πλέον στο ποσό των 324 ευρώ μηνιαίως. Επίσης, προκύπτει ότι ο αιτών και η σύζυγός του δεν διαθέτουν άλλη ακίνητη περιουσία, εκτός της προαναφερόμενης οριζόντιας ιδιοκτησίας – διαμερίσματος του 2ου ορόφου πολυκατοικίας επί της οδού ………….αρ. ….. στην…………. Αττικής, που ανήκει στον αιτούντα κατά πλήρη κυριότητα (βλ. προσκομιζόμενες βεβαιώσεις δηλωθείσας περιουσιακής κατάστασης – έντυπα Ε9). Ο δε ΕΝΦΙΑ, που αντιστοιχεί στην εν λόγω ιδιοκτησία για το φορολογικό έτος 2023, ανέρχεται στο ποσό των 97,97 ευρώ, κατόπιν έκπτωσης κατά ποσοστό 50%, δυνάμει της υπ’ αρ. 240496487/7.4.2024 απόφασης του Διοικητή της ΑΑΔΕ, λαμβάνοντας υπόψη το συνολικό ύψος του φορολογητέου οικογενειακού εισοδήματος για το φορολογικό έτος 2022, καθώς και τη συνολική επιφάνεια και την αξία της ακίνητης ιδιοκτησίας.

Η πρωτόδικη απόφαση του Ειρηνοδικείου Καλλιθέας απέρριψε την αίτηση του νυν αιτούντος και της συζύγου του περί υπαγωγής τους στο προστατευτικό πλαίσιο των διατάξεων του Ν. 3869/2010, κρίνοντας ότι δεν πληρούνταν στο πρόσωπό τους η προϋπόθεση της περιέλευσης σε μόνιμη και γενική αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων οφειλών τους, με το ακόλουθο σκεπτικό : ((Από το σύνολο των εγγράφων που αφορούν στην εισοδηματική κατάσταση των αιτούντων, σε συνδυασμό με το ύψος των ληξιπρόθεσμων οφειλών τους, ως άνω, καθίσταται φανερό ότι τα εισοδήματά τους, όπως αυτά εκτέθηκαν αναλυτικά προηγουμένως, δεν ήταν σε θέση να εξυπηρετούν τις δόσεις των προς ρύθμιση δανείων και ταυτόχρονα να καλύπτουν και τις μηνιαίες ανάγκες διαβίωσής τους, αφού ενδεικτικά το έτος 2014 οι αιτούντες επιβαρύνονταν με δόσεις δανείων : ο αιτών 750,70 ευρώ, η αιτούσα 1.068,90 ευρώ, αμφότεροι δε συνολικά με το ποσό των 1.068,90 ευρώ (δεδομένου ότι για το ποσό των 750,70 ευρώ η αιτούσα επιβαρυνόταν ως εγγυήτρια), ενώ τα μηνιαία εισοδήματά τους ήταν μηδενικά, οι δε εύλογες δαπάνες διαβίωσής τους το 2014 υπολογίζονται, κατά την κρίση του παρόντος Δικαστηρίου, περίπου στο ποσό των 1.000 ευρώ μηνιαίως (βλ. δημοσιευμένο δελτίο ΕΛΣΤΑΤ ΕΟΠ 2014). Σημειωτέον ότι, όπως προκύπτει από τα προσκομισθέντα με επίκληση εκκαθαριστικά σημειώματα, ως άνω, το έτος 2006 όταν και οι αιτούντες αποφάσισαν να αναλάβουν τις πρώτες δανειακές υποχρεώσεις τους, είχαν ήδη υποστεί σημαντική μείωση στα εισοδήματά τους σε σχέση με τα αμέσως προηγούμενα έτη, όταν ακόμα και τότε τα εισοδήματά τους δεν επαρκούσαν, ούτως ή άλλως, για την εξυπηρέτηση των αναληφθέντων στην πορεία δανειακών υποχρεώσεων (ύψους ως άνω 1.068 ευρώ ή έστω και χαμηλότερου) την κάλυψη των δαπανών διαβίωσης. Η αδυναμία τους αυτή αποδεικνύεται   κι από το σημαντικό     ύψος των αναφερόμενων    στην ανωτέρω βεβαίωση οφειλών τόκων υπερημερίας (βλ. βεβαίωση οφειλών όπου αναφέρονται οι έως την 17/02114 γεννημένοι τόκοι). Παράλληλα, οι αιτούντες δεν επικαλέστηκαν, ούτε απέδειξαν( ότι είχαν τυχόν  εισοδήματα από άλλες πηγές, ώστε  να μπορεί να αποδειχθεί η ιστορική βάση της αίτησής τους, ότι δηλαδή κατά τον χρόνο λήψης των επίδικων δανείων ήταν ικανοί να καταβάλλουν την ενήμερη δόση αυτών και ότι δήθεν αργότερα  μετέβησαν                 από μία         κατάσταση        ικανότητας         να    πληρώνουν      σε   μία κατάσταση   αδυναμίας   πληρωμών, η οποία διατηρήθηκε     και μέχρι τον χρόνο συζήτηση της αίτησής τους.     Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω,    οι αιτούντες δεν απέδειξαν   ότι   περιήλθαν    σε   γενική   και   μόνιμη    αδυναμία    πληρωμής    των ληξιπρόθεσμων οφειλών τους, ήτοι τη συστατική προϋπόθεση του άρθρου 1 του Ν. 3869/2010, προκειμένου να υπαχθούν στο προστατευτικό του πεδίο και συνεπώς, παρελκομένης της εξέτασης των λοιπών προβληθεισών ενστάσεων, η ένδικη αίτηση είναι απορριπτέα ως ουσία αβάσιμη». Ήδη διά της ασκηθείσας έφεσης κατά της ως άνω απόφασης του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου οι αιτούντες ζήτησαν την εξαφάνιση της πρωτόδικης απόφασης, με σκοπό να εξεταστεί εξ υπαρχής η υπόθεση και να γίνει δεκτή η ουσιαστική βασιμότητα της αιτήσεώς τους κατά τις διατάξεις του Ν. 3869/2010, παραπονούμενοι για εσφαλμένη εκτίμηση των αποδεικτικών στοιχείων, εξαιτίας της οποίας το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο κατέληξε στην, κατά την άποψή τους, εσφαλμένη κρίση περί μη συνδρομής στο πρόσωπό τους της προϋπόθεσης της μόνιμης και γενικής αδυναμίας εξόφλησης των οφειλών τους.

Λαμβάνοντας υπόψη τα προαναφερόμενα δεδομένα της οικονομικής κατάστασης του αιτούντος και της συζύγου του, δεν κρίνεται ορθή από το Δικαστήριο η κατά τα ανωτέρω κρίση του Ειρηνοδικείου Αχαρνών περί μη περιέλευσης αυτών σε κατάσταση μόνιμης και γενικής αδυναμίας εξυπηρέτησης των ληξιπρόθεσμων οφειλών τους, όπως η έννοια αυτή αναπτύχθηκε ανωτέρω στην υπό στ. Α’ νομική σκέψη. Ειδικότερα, το σύνολο των επίδικων οφειλών του αιτούντος προέρχεται από την κατάρτιση των ως άνω από 26.10.2006 (υπ’ αρ. ……και …………) συμβάσεων τοκοχρεωλυτικών στεγαστικών δανείων με την «ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Ε.», ύψους 52.230 και 77.770 ευρώ αντιστοίχως με το προϊόν των οποίων αγοράστηκε από τον αιτούντα η πλήρης κυριότητα της προαναφερόμενης οριζόντιας ιδιοκτησίας (διαμερίσματος), που χρησιμεύει μέχρι σήμερα ως οικογενειακή κατοικία του ιδίου και της συζύγου του. Το πρώτο δάνειο, ύψους 52.230 ευρώ, θα έπρεπε να εξοφληθεί σε 384 συνεχείς μηνιαίες τοκοχρεωλυτικές δόσεις, με την πρώτη να είναι καταβλητέα ένα μήνα μετά την εκταμίευση του δανείου, που έλαβε χώρα στις 4.11.2006, ενώ οι υπόλοιπες δόσεις θα έπρεπε να καταβάλλονται την ίδια ημερομηνία κάθε επόμενου μήνα. Δηλαδή, κάθε δόση ανερχόταν στο ποσό των 136 ευρώ, πλέον των συμβατικών τόκων επί του κεφαλαίου, σύμφωνα με τους ειδικότερους όρους της σύμβασης (βλ. άρθρα 14 και 15), ήτοι σταθερό επιτόκιο 3,72% ετησίως για τις πρώτες 12 μηνιαίες δόσεις και κυμαινόμενο επιτόκιο καθ’ όλη την επόμενη διάρκεια του δανείου, υπολογιζόμενο με βάση το παρεμβατικό επιτόκιο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για πράξεις κύριας αναχρηματοδότησης του Ευρωσυστήματος, πλέον περιθωρίου 1,80% και της εισφοράς του Ν. 128/1975. Αναφορικά δε με το δεύτερο δάνειο, ύψους 77.770 ευρώ, θα έπρεπε να εξοφληθεί σε 180 συνεχείς μηνιαίες τοκοχρεωλυτικές δόσεις, με την πρώτη να είναι καταβλητέα ένα μήνα μετά την εκταμίευση του δανείου, που έλαβε χώρα στις 21.11.2006, ενώ οι υπόλοιπες δόσεις θα έπρεπε να καταβάλλονται την ίδια ημερομηνία κάθε επόμενου μήνα. Δηλαδή, κάθε δόση ανερχόταν στο ποσό των 432 ευρώ, πλέον των συμβατικών τόκων επί του κεφαλαίου, σύμφωνα με τους ειδικότερους όρους της σύμβασης (βλ. άρθρα 14 και 15), ήτοι κυμαινόμενο επιτόκιο καθ’ όλη τη διάρκεια του δανείου, υπολογιζόμενο με βάση το παρεμβατικό επιτόκιο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για πράξεις κύριας αναχρηματοδότησης του Ευρωσυστήματος, πλέον περιθωρίου 2,18% και της εισφοράς του Ν. 128/1975 [κατά τα αναγραφόμενα στον άρθρο 15 της υπ’ αρ. ……………./26.10.2006 δανειακής σύμβασης, το συνολικό ποσοστό του συμβατικού επιτοκίου (παpεμβατικό επιτόκιο ΕΚΤ + περιθώριο + εισφορά)_ ανερχόταν κατά τον χρόνο σύναψης της σύμβασης σε 5,55%]. Κατά συνέπεια, η συνολική μηνιαία επιβάρυνση του αιτούντος και της συζύγου του από τις επίδικες δύο συμβάσεις στεγαστικών δανείων ανερχόταν στο συνολικό ποσό των 568 (136 + 432) ευρώ, πλέον των συμβατικών τόκων, αθροίσματος 29,04 (5,06 + 23,98) ευρώ μηνιαίως κατά τους πρώτους δώδεκα (12) μήνες από την εκταμίευση των δανείων, ήτοι κατά το χρονικό διάστημα 12/2006 – 12/2007 [ί) 136 ευρώ μηνιαία δόση Χ 12 μήνες = 1.632 ευρώ Χ 3,72% ετήσιο επιτόκιο = 60,71 ευρώ / 12 = 5,06 ευρώ μηνιαίως, ίί) 432 ευρώ μηνιαία δόση Χ 12 μήνες = 5.184 ευρώ Χ 5,55% ετήσιο επιτόκιο= 287,71 ευρώ/ 12 = 23,98 ευρώ μηνιαίως], δηλαδή το συνολικό ύψος της μηνιαίας επιβάρυνσής τους ανερχόταν στο ποσό των 597,04 (568 + 29,04) ευρώ. Δεν καθίσταται εφικτός ο επακριβής προσδιορισμός του ποσού των συμβατικών τόκων για το μεταγενέστερο χρονικό διάστημα, δεδομένου ότι είχε συμφωνηθεί ότι ο υπολογισμός τους θα γινόταν με κυμαινόμενο επιτόκιο, με βάση τα προαναφερόμενα κριτήρια. Πάντως, στο δικόγραφο της έφεσής τους ο αιτών και η σύζυγός του συνομολογούν ότι το άθροισμα των μηνιαίων δόσεων των δύο επίδικων δανειακών συμβάσεων ανερχόταν στο ποσό των 610 ευρώ. Επομένως, κατά τον χρόνο σύναψης των δύο αυτών στεγαστικών δανείων στις 26.10.2006, πιθανολογείται ότι ο αιτών και η σύζυγός του είχαν πράγματι την οικονομική δυνατότητα να ανταποκριθούν στη μηνιαία δόση των 597,04 (568 + 29,04) ευρώ, λαμβάνοντας υπόψη αφενός τα ετήσια εισοδήματά τους, όπως εκτέθηκαν ανωτέρω, αφετέρου το γεγονός ότι με το προϊόν των δύο δανειακών συμβάσεων ο αιτών προέβη στην αγορά στο όνομά του της ως άνω οικογενειακής τους στέγης, με αποτέλεσμα να απαλλαγούν από την αντίστοιχη δαπάνη μίσθωσης κατοικίας, δεδομένου ότι δεν διέθεταν άλλη ακίνητη περιουσία. Επιπλέον, κατά τον χρόνο σύναψης των δύο επίδικων δανειακών συμβάσεων στις 26.10.2006, είχαν ενηλικιωθεί και τα τέσσερα τέκνα του ζεύγους (το νεότερο τέκνο είχε γεννηθεί το 1988), με αποτέλεσμα οι γονείς τους να μην επιβαρύνονται με δαπάνες διατροφής τους, καθώς δεν πιθανολογήθηκε ανάλογη υποχρέωσή τους στο πλαίσιο του άρθρου 1486 παρ. 1 ΑΚ (αδυναμία εξεύρεσης εργασίας, σπουδές τέκνων στην τριτοβάθμια εκπαίδευση). Ειδικότερα, αναφορικά με τη δυνατότητα του αιτούντος και της συζύγου του να εξυπηρετήσουν τα δύο επίδικα στεγαστικά δάνεια, σημειώνεται ότι κατά το έτος 2005 (οικονομικό έτος 2006) τα ετήσια εισοδήματα τους ανήλθαν στο ποσό των 19.142,06 ευρώ, δηλαδή στα 1.595,17 ευρώ μηνιαίως, ενώ κατά το έτος 2006 (οικονομικό έτος 2007) παρουσίασαν μία πρόσκαιρη κάμψη και ανήλθαν στο ποσό των 9.558,80 ευρώ, δηλαδή στα 796,57,17 ευρώ μηνιαίως. Επανήλθαν, ωστόσο, κατά το έτος 2007 (οικονομικό έτος 2008) στο ποσό των 17.433,65 ευρώ, δηλαδή στα 1.452,80 ευρώ μηνιαίως και αυξήθηκαν έτι περισσότερο κατά το έτος 2008 (οικονομικό έτος 2009) στο ποσό των 23.844,71 ευρώ, δηλαδή στα 1.987,06 ευρώ μηνιαίως. Μετά δε την πρόσκαιρη πτώση των ετήσιων εισοδημάτων του ζεύγους κατά το έτος 2009 (οικονομικό έτος 2010) στο ποσό των 6.973,81 (λόγω της έλλειψης οποιωνδήποτε φορολογητέων εισοδημάτων του αιτούντος κατά το·συγκεκριμένο έτος), επανήλθαν κατά το έτος 2010 (οικονομικό έτος 2011) στο ποσό των 22.941,16 ευρώ, δηλαδή στα 1.911,76 ευρώ μηνιαίως. Σε κάθε περίπτωση, η εμφαινόμενη πρόσκαιρη κάμψη των εισοδημάτων του αιτούντος και της συζύγου του κατά τα ημερολογιακά έτη 2006 και 2009 δεν επηρέασε τη συμφωνημένη πορεία αποπληρωμής των δύο δανείων μέχρι και τα τέλη του 2011, εφόσον η υπερημερία των δανειοληπτών (πρωτοφειλέτη και εγγυήτριας) ως προς την εξυπηρέτηση των δόσεων των δύο δανείων ξεκίνησε σχεδόν ταυτόχρονα, δηλαδή στις αρχές του 2012 ως προς την υπ’ αρ. …………../26.10.2006 σύμβαση (δάνειο 52.230 ευρώ) και στα τέλη του 2011 ως προς την υπ’ αρ. …………../26.10.2006 σύμβαση (δάνειο 77.770 ευρώ). Η υπερημερία δε των δανειοληπτών από τα τέλη του 2011 δικαιολογείται, δεδομένου ότι κατά το έτος 2011 (οικονομικό έτος 2012) το άθροισμα των εισοδημάτων του αιτούντος και της συζύγου του ανήλθε στο ποσό των 12.170,73 ευρώ, δηλαδή στα 1.014,23 ευρώ μηνιαίως, σημειώνοντας πτώση 46,94% σε σχέση με το αμέσως προηγούμενο έτος 201Ο (οικονομικό έτος 2011), κατά το οποίο τα ετήσια εισοδήματά τους είχαν ανέλθει στο ποσό των 22.941,16 ευρώ και αντιστοίχως τα μηνιαία στο ποσό των 1.911,76 ευρώ. Η πτώση δε των εισοδημάτων του αιτούντος και της συζύγου του οφειλόταν προφανώς στην επικρατούσα τότε γενικευμένη οικονομική κρίση, που επηρέασε άμεσα την επαγγελματική τους δραστηριότητα. Συγκεκριμένα, όπως προαναφέρθηκε, ο αιτών εργαζόταν ως οικοδόμος, ενώ κατέστη άνεργος από τις αρχές του 2013, δεδομένου ότι η οικονομική κρίση της περασμένης δεκαετίας επέφερε κάθετη πτώση της οικοδομικής δραστηριότητας σε όλη τη χώρα. Η δε σύζυγός του, που διατηρούσε ατομική επιχείρηση λιανικού εμπορίου, αναγκάστηκε να προβεί στην παύση της δραστηριότητάς της στις 30.4.2013 και εγγράφηκε στα μητρώα ανέργων στις αρχές του 2014. Γι’ αυτούς τους λόγους η επιδείνωση της οικονομικής τους κατάστασης συνεχίστηκε και κατά τα επόμενα έτη, με αποτέλεσμα τα ετήσια και μηνιαία εισοδήματά τους να ανέλθουν στα ποσά που αναγράφονται στον ακόλουθο πίνακα.

ΕΤΟΣΕτήσια εισοδήματαΜηνιαία εισοδήματα
20139.037,29753,11
2014 (οικονομικό έτος)6.803,33566,95
2014 (φορολογικό έτος)6.270522,50
20157.570630,83
20166.870572,50
20173.195266,25
20182.670222,50
20193.270272,50
20202.970247,50
20212.970247,50
20222.670222,50
20233.120260

Επομένως, συνάγεται ότι υφίστατο πράγματι μόνιμη και γενική αδυναμία εξόφλησης των ληξιπρόθεσμων οικονομικών υποχρεώσεων του αιτούντος και της συζύγου του τόσο κατά τον χρόνο άσκησης της από 4.3.2014 (υπ’ αρ. καταθ. 327/5.3.2014) αίτησης υποβολής τους στις διατάξεις του Ν. 3869/2010, όσο και κατά τον χρόνο συζήτησης της αίτησης αυτής ενώπιον του Ειρηνοδικείου Καλλιθέας κατά τη δικάσιμο της 27.5.2022. Τούτο προκύπτει παραστατικά από τη σύγκριση των ετήσιων (και αντιστοίχως των μηνιαίων) εισοδημάτων τους κατά τον χρόνο ανάληψης των επίδικων δανειακών τους υποχρεώσεων (Οκτώβριος 2006) σε σχέση με τα αντίστοιχα εισοδήματά τους κατά τις παραπάνω δύο κρίσιμες ημερομηνίες, κατάθεσης της αίτησης και συζήτησής της ενώπιον του ακροατηρίου, κατά τις οποίες κρίνεται η συνδρομή ή μη της κατάστασης μόνιμης αδυναμίας πληρωμών (βλ. ως άνω υπό στ. Α’ νομική σκέψη). Ειδικότερα, κατά το ημερολογιακό έτος 2014 τα μηνιαία εισοδήματά τους είχαν περιοριστεί στο ποσό των 522,50 ευρώ, ενώ το άθροισμα των μηνιαίων δόσεων των δύο επίδικων στεγαστικών δανείων ανερχόταν σε περίπου 600 ευρώ. Η δε οικονομική τους κατάσταση είχε χειροτερεύσει έτι περισσότερο κατά τον χρόνο συζήτησης της αίτησης υπαγωγής τους στις διατάξεις του Ν. 3869/201Ο (Μάιος 2022), καθώς τα μηνιαία εισοδήματά τους είχαν περιοριστεί στο ποσό των 222,50 ευρώ. Ως εκ τούτου, κρίνονται λανθασμένες οι περί του αντιθέτου κρίσεις της απόφασης του Ειρηνοδικείου Καλλιθέας και συγκεκριμένα : α) Ότι «δεν ήταν σε θέση να εξυπηρετούν τις δόσεις των δανείων τους κατά τον χρόνο κατάρτισης των αντίστοιχων συμβάσεων, λαμβανομένων ταυτόχρονα υπόψη των δαπανών διαβίωσής τους». Ωστόσο, όπως προαναφέρθηκε, τα εμφανή εισοδήματα του αιτούντος και της συζύγου του επαρκούσαν για την εξυπηρέτηση των δόσεων των δύο επίδικων στεγαστικών δανείων, γεγονός που επιβεβαιώνεται και από το γεγονός ότι ήταν απολύτως ενήμεροι μέχρι και τα τέλη του 2011, οπότε κατέστησαν για πρώτη φορά υπερήμεροι. Όσον αφορά δε τα προαναφερόμενα τρία καταναλωτικά δάνεια, που είχε συνάψει με την «ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΜΔΟΣ Α.Ε.» η σύζυγός του αιτούντος, αφενός δεν προκύπτει από τα προσκομιζόμενα έγγραφα πότε είχαν συναφθεί, αφετέρου πιθανολογείται σε κάθε περίπτωση ότι οι μηνιαίες δόσεις τους ανέρχονταν σε μικρό ύψος, που δεν διατάρασσε τη δυνατότητα εξυπηρέτησής τους ταυτόχρονα με τα δύο στεγαστικά δάνεια και την ικανοποίηση των λοιπών βιοτικών τους αναγκών [βλ. την ως άνω υπ’ αρ. 85509/8.2.2012 «αναλυτική κατάσταση οφειλών της «ΕΘΝΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Ε.», από την οποία προκύπτει ότι η οφειλή από τα καταναλωτικά δάνεια ανερχόταν στα ποσά των 1.700,41 ευρώ (στις 7.2.2012), των 7.502,49 ευρώ (στις 21.1.2012) και των 7.562,54 ευρώ (στις 26.7.2010), ενώ αντιθέτως η οφειλή από τα στεγαστικά δάνεια ανερχόταν στις 21.1.2012 στα ποσά των 48.031,20 και 58.189,67 ευρώ]. β) Ότι «το έτος 2006, όταν και οι αιτούντες αποφάσισαν να αναλάβουν τις πρώτες δανειακές υποχρεώσεις τους, είχαν ήδη υποστεί σημαντική μείωση στα εισοδήματά τους σε σχέση με τα αμέσως προηγούμενα έτη, όταν ακόμα και τότε τα εισοδήματά τους δεν επαρκούσαν, ούτως ή άλλως, για την εξυπηρέτηση των αναληφθέντων στην πορεία δανειακών υποχρεώσεων». Όπως όμως επισημάνθηκε ανωτέρω, η μείωση των ετήσιων εισοδημάτων τους το έτος 2006 (οικονομικό έτος 2007), σε σχέση με το προηγούμενο έτος 2005 (οικονομικό έτος 2006), ήταν πρόσκαιρη και αυτά επανήλθαν στο ίδιο ή και σε μεγαλύτερο ύψος κατά τα επόμενα ημερολογιακά έτη 2007, 2008 και 201Ο (αντιστοίχως οικονομικά έτη 2008, 2009 και 2011) μετά από μία πρόσκαιρη πτώση το έτος 2009 (οικονομικό έτος 2010). Τα δε εμφανή φορολογητέα εισοδήματα των ημερολογιακών ετών 2005, 2007, 2008 και 2010 επαρκούσαν για την εκπλήρωση του συνόλου των δανειακών τους υποχρεώσεων, πλέον της κάλυψης των βασικών βιοτικών τους αναγκών.

Κατόπιν τούτων, το Δικαστήριο πιθανολογεί ότι υφίστατο, τόσο κατά τον χρόνο υποβολής ενώπιον του Ειρηνοδικείου Καλλιθέας Αττικής της αίτησης υπαγωγής τους στις διατάξεις του Ν. 3869/2010 (Μάρτιος 2014), όσο και κατά τον χρόνο συζήτησής της ενώπιον του εν λόγω Δικαστηρίου (Μάιος 2022), «μόνιμη αδυναμία πληρωμών» του αιτούντος και της συζύγου του, κατά την έννοια του άρθρου 1 παρ. 1 του ως άνω νόμου. Δηλαδή, βρίσκονταν σε κατάσταση έλλειψης ρευστότητας, εξαιτίας της οποίας δεν μπορούσαν να εξοφλήσουν τις ληξιπρόθεσμες οφειλές τους από τις ανωτέρω δύο συμβάσεις τοκοχρεωλυτικών στεγαστικών δανείων, λαμβάνοντας υπόψη τις απαιτούμενες δαπάνες για την κάλυψη των βιοτικών τους αναγκών, υπό το πρίσμα της ανάγκης εξασφάλισης συνθηκών αξιοπρεπούς διαβίωσης, δηλαδή ενός στοιχειώδους επιπέδου διαβίωσης, που θα ανταποκρίνεται στα κοινωνικά και οικονομικά δεδομένα που επικρατούν στη σύγχρονη ελληνική κοινωνία, λαμβάνοντας υπόψη την ηλικία, την επαγγελματική και εν γένει την κοινωνική τους κατάσταση.

Συμπερασματικά, εφόσον το παρόν Δικαστήριο πιθανολογεί ότι ο αιτών βρισκόταν πράγματι σε κατάσταση μόνιμης και γενικής «αδυναμίας πληρωμών», κατά την προεκτεθείσα έννοια του άρθρου 1 παρ. 1 του Ν. 3869/201Ο, τόσο κατά τον χρόνο υποβολής ενώπιον του Ειρηνοδικείου Καλλιθέας Αττικής της αίτησης υπαγωγής του στις διατάξεις του Ν. 3869/2010 (Μάρτιος 2014), όσο και κατά τον χρόνο συζήτησής της ενώπιον του εν λόγω Δικαστηρίου (Μάιος 2022), πιθανολογείται αντιστοίχως αφενός η ευδοκίμηση της ασκηθείσας έφεσής του_ κατά της υπ’ αρ. 519/2022 απόφασης του εν λόγω πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, αφετέρου η δυνατότητα πρόκλησης ουσιώδους βλάβης στα οικονομικά του συμφέροντα από τη μη αναστολή της εκτελεστικής διαδικασίας, η οποία επισπεύδεται βάσει της ως άνω έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης ακίνητης ιδιοκτησίας, τυχόν πλειστηριασμός της οποίας θα οδηγήσει στην απώλεια της κύριας οικογενειακής κατοικίας του ιδίου και της συζύγου του, με αποτέλεσμα να υποστεί ο αιτών ανεπανόρθωτη βλάβη, καθώς η ανάκτησή της, σε περίπτωση που ευδοκιμήσει η έφεση, θα είναι δυσχερής και θα απαιτήσει μακροχρόνιους και δαπανηρούς δικαστικούς αγώνες. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να γίνει δεκτή η υπό κρίση αίτηση και να ανασταλεί η επισπευδόμενη αναγκαστική εκτέλεση μέχρι την έκδοση οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών επί της ασκηθείσας έφεσης. Τέλος, ο αιτών θα πρέπει να καταδικαστεί στην καταβολή των δικαστικών εξόδων της καθ’ ης, δεδομένου ότι σε κάθε περίπτωση που ζητείται η αναστολή ή η αναβολή της εκτέλεσης, τα έξοδα επιβάλλονται πάντοτε σε βάρος του αιτούντος [αρ. 84 παρ. 2 εδ. β’ και γ’ του Ν.4194/2013 («Κώδικας Δικηγόρων»), υπό το προγενέστερο νομοθετικό καθεστώς βλ. αντίστοιχη διάταξη του αρ. 178 παρ. 3 εδ. γ’ του Ν.Δ. 3026/1954], εφόσον βέβαια έχει υποβληθεί ανάλογο αίτημα εκ μέρους του αντιδίκου του (ΜονΠρΠατρ 320/2020, ΜονΠρΚαρδ  151/2020,  ΜονΠρΑθ  3636/2019  Α’  ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ  ΝΟΜΟΣ, ΜονΠρΘεσ 7716/2018, ΜονΠρΡοδ 152/2018, ΜονΠρΛαμ 8/2018, ΜονΠρΛαμ 72/2018 Α’ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ). Τέτοιο αίτημα υποβλήθηκε πράγματι από την καθ’ ης, με το σημείωμα που κατέθεσε κατά τη συζήτηση της υπό κρίση αίτησης ενώπιον του ακροατηρίου του παρόντος Δικαστηρίου. Το ύψος των επιδικαστέων δικαστικών εξόδων θα προσδιοριστεί λαμβάνοντας υπόψη αυτά που εμπίπτουν στη διάταξη του αρ. 189 παρ. 1 περ. γ’ ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με τις οικείες διατάξεις των αρ. 58 παρ. 4 περ. α’ και 63 παρ. 2 του Ν. 4194/2013 («Κώδικας Δικηγόρων»), καθώς και του Παραρτήματος I του ιδίου νόμου, βάσει των οποίων η αμοιβή της πληρεξουσίας Δικηγόρου της καθ’ ης προσδιορίζεται στο ποσό των 236 ευρώ, πλέον του ποσού των 56,64 ευρώ έναντι ΦΠΑ 24%, δηλαδή στο συνολικό ποσό των 292,64 ευρώ (βλ. το υπ’ αρ. Π……./4.10.2024 γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών και ενσήμων του Δ.Σ. Αθηνών). Η άποψη ότι στην παρούσα δίκη δεν επιδικάζονται δικαστικά έξοδα, λόγω εφαρμογής του άρθρου 8 παρ. 6 του Ν. 3869/2010 (ΜΠρΑθ 1942/2020, ΜΠρΒολ 469/2020, ΕιρΧαλανδρ 15/2021 Α’ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ), δεν βρίσκει σύμφωνο το Δικαστήριο, αφού η εν λόγω διάταξη αναφέρεται σε αποφάσεις που καθορίζουν μηνιαίες καταβολές και δεν αφορούν το ένδικο αντικείμενο.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΕΧΕΤΑΙ την αίτηση.

ΑΝΑΣΤΕΛΛΕΙ, μέχρι την έκδοση οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών επί της από 23.1.2023 έφεσης, που άσκησε ο αιτών κατά της υπ’ αρ. 519/2022 απόφασης του Ειρηνοδικείου Καλλιθέας Αττικής (Διαδικασία Εκούσιας Δικαιοδοσίας), η οποία (έφεση) κατατέθηκε στη Γραμματεία του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου στις 31.1.2023 (υπό ΓΑΚ/ΕΑΚ 613/25/31.1.2023) και προσδιορίστηκε να συζητηθεί ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών στις 27.3.2026 (βλ. την υπό ΓΑΚ/ΕΑΚ 13394/638/3.2.2023 έκθεση κατάθεσης), τη διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης, που επισπεύδεται βάσει της υπ’ αρ. ……./19.7.2024 έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης ακινήτου της δικαστικής επιμελήτριας της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών Μυρτώς Σιώρη. Ιδίως, ΑΝΑΣΤΕΛΛΕΤΑΙ, μέχρι την έκδοση της ως άνω οριστικής απόφασης του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου, ο αναγκαστικός πλειστηριασμός του ακινήτου, που κατασχέθηκε διά της παραπάνω έκθεσης, ο οποίος πρόκειται να διεξαχθεί με ηλεκτρονικά μέσα στις 5 Μαρτίου 2025, ημέρα Τετάρτη και ώρες 10:00 – 12:00, ενώπιον της πιστοποιημένης για τη διενέργεια ηλεκτρονικών πλειστηριασμών Συμβολαιογράφου Αθηνών Δήμητρας Ανδριανοπούλου του Νικολάου.

ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ τον αιτούντα στην καταβολή των δικαστικών εξόδων της καθ’ ης η αίτηση, τα οποία ορίζονται στο ποσό των διακοσίων ενενήντα δύο ευρώ και εξήντα τεσσάρων λεπτών (292,64).

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 30.01.2025 , χωρίς την παρουσία των διαδίκων.

Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Leave a Reply

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *