ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
ΤΜΗΜΑ ΕΦΕΣΕΩΝ
ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
Αριθμός Απόφασης 8492/2022
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από το Δικαστή Γεώργιο Σεισάκη, Πρωτοδίκη, τον οποίο όρισε η Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Πρωτοδικείου και από τη Γραμματέα Άννα Γκούντα – Βάθη.
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριό του, στις 17 Σεπτεμβρίου 2021, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
ΤΗΣ ΕΚΚΑΛΟΥΣΑΣ – ΑΙΤΟΥΣΑΣ: ……………………………………………………………….., κατοίκου ……………., με Α.Φ.Μ. ……….., η οποία παραστάθηκε με τον πληρεξούσιο δικηγόρο της, Χρήστο Θεοδωρόπουλο (Α.Μ. Δ.Σ.Α. ……).
ΤΗΣ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ – ΚΑΘ’ ΗΣ Η ΑΙΤΗΣΗ: Ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Ε.», που εδρεύει στην Αθήνα Αττικής (οδός Αιόλου αριθμός 86) και εκπροσωπείται νόμιμα, την οποία εκπροσώπησε η πληρεξούσια δικηγόρος της, …………. (Α.Μ. Δ.Σ.Α. …..).
Η εκκαλούσα υπέβαλε ενώπιον του Ειρηνοδικείου Αθηνών την από 02/11/2015 με αριθμό κατάθεσης 4143/2015 αίτησή της ζητώντας να γίνει αυτή δεκτή. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο με τη με αριθμό 1693/2018 απόφασή του, εκδοθείσα κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας, απέρριψε την αίτηση. Ήδη η εκκαλούσα με την από 16/11/2018 έφεσή της, που έχει κατατεθεί στη Γραμματεία του Ειρηνοδικείου Αθηνών (αριθμός κατάθεσης 103083/4285/2018) προσέβαλε την παραπάνω απόφαση. Η ως άνω έφεση προσδιορίστηκε (αριθμός κατάθεσης 113410/5870/2018) για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας και εγγράφηκε στο πινάκιο.
Κατά τη συζήτηση της έφεσης, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στις προτάσεις που κατέθεσαν.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η κρινόμενη έφεση κατά της με αριθμό 1693/2018 οριστικής απόφασης του Ειρηνοδικείου Αθηνών, η οποία εκδόθηκε κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας, έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθρα 495, 499, 511, 513 παρ.1 περ.β’, 516 παρ.1, 517 εδ.α, 518, 520 παρ.1, 741, 761 του ΚΠολΔ, 14 του Ν.3869/2010), καθώς από το φάκελο της δικογραφίας δεν προκύπτει επίδοση της εκκαλουμένης από και από τη δημοσίευσή της δεν παρήλθε διετία. Επομένως, είναι παραδεκτή και πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω από το Δικαστήριο αυτό, που είναι καθ’ ύλη και κατά τόπο αρμόδιο (άρθρο 17Α του ΚΠολΔ), κατά την ίδια διαδικασία, ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της (άρθρα 533 παρ.1, 741 του ΚΠολΔ).
Με την από 02/11/2015 με αριθμό κατάθεσης 4143/2015 αίτησή της ενώπιον του Ειρηνοδικείου Αθηνών, η αιτούσα και ήδη εκκαλούσα, επικαλούμενη μόνιμη αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών της προς την καθ’ ης η αίτηση πιστώτρια ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία «ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Ε.», ήδη εφεσίβλητη, οι οποίες αναλήφθηκαν σε χρόνο προγενέστερο του έτους από την υποβολή της αίτησης και δεν εξαιρούνται της ρύθμισης και οι οποίες – οφειλές – αναλυτικώς αναφέρονται στην αίτηση κατ’ είδος και ποσό, ζητούσε τη ρύθμιση του χρέους της, σύμφωνα με το σχέδιο διευθέτησης που υπέβαλε και αφού ληφθούν υπόψη η περιουσιακή, προσωπική και οικογενειακή της κατάσταση την οποία περιγράφει, μετά την τήρηση της ρύθμισης, να επέλθει απαλλαγή της από κάθε τυχόν υφιστάμενο υπόλοιπο των χρεών της. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, εξέδωσε την ανωτέρω προσβαλλόμενη απόφασή του με την οποία απέρριψε την αίτηση δεχόμενο ότι η αιτούσα ενήργησε με δόλο. Εναντίον της απόφασης αυτής, παραπονείται η αιτούσα με την κρινόμενη έφεσή της και για τους λόγους που περιέχονται σ’ αυτή, που συνίστανται σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και σε κακή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητεί να εξαφανιστεί η εκκαλούμενη απόφαση και να γίνει δεκτή η αίτησή της στο σύνολό της.
Από την επανεκτίμηση της χωρίς όρκο κατάθεσης της εκκαλούσας, που περιλαμβάνεται στα πρακτικά του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου και από το σύνολο των προσκομιζόμενων από τους διαδίκους εγγράφων, αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Η αιτούσα γεννήθηκε το έτος 1972 στην Αθήνα Αττικής, είναι άγαμη και χωρίς τέκνα (βλ. τη με ημερομηνία 29/09/2015 βεβαίωση του Τμήματος αστικής και δημοτικής κατάστασης του Υπουργείου Εσωτερικών και διοικητικής ανασυγκρότησης), διαμένει δε με την υπερήλικη (γεννηθείσα το έτος 1937) μητέρα της, στο κείμενο στην Άνω Γλυφάδα Αττικής και επί της οδού Παπαφλέσσα αριθμός 62 ισόγειο διαμέρισμα, ιδιοκτησίας της. Απασχολήθηκε από τις από 18/3/2001 μέχρι και τις 12/12/2012 ως υπάλληλος στην εταιρεία «Αττικές Διαδρομές Α.Ε.», με μηνιαίες αποδοχές ύψους 1.065,86 ευρώ (βλ. τη με ημερομηνία 12/12/2012 καταγγελία σύμβασης εργασίας της εταιρείας «Αττικές Διαδρομές Α.Ε.» προς την αιτούσα). Από τις 13/12/2012 η αιτούσα τυγχάνει άνεργη, εγγεγραμμένη στα μητρώα ανέργων του Ο.Α.Ε.Δ., με αριθμό μητρώου …….. και αριθμό δελτίου ανεργίας ……………………. (βλ. τη με αριθμό πρωτοκόλλου ……………… και με ημερομηνία 30/09/2015 βεβαίωση του Ο.Α.Ε.Δ.), απασχολήθηκε δε εποχιακά ως Δ.Ε. ημερήσια φύλακας αρχαιοτήτων α) κατά το χρονικό διάστημα από 11/04/2014 έως 10/11/2014, με μηνιαίο μισθό 858 ευρώ (βλ. τη με ημερομηνία 10/11/2014 βεβαίωση – δήλωση της Γενικής Διεύθυνσης Αρχαιοτήτων & Πολιτιστικής κληρονομιάς του Υπουργείου Πολιτισμού & Αθλητισμού), β) κατά το χρονικό διάστημα από 16/05/2015 έως 15/12/2016, πραγματοποιώντας συνολικά 175 ημερομίσθια (βλ. τη με ημερομηνία 16/12/2016 βεβαίωση της Γενικής Διεύθυνσης Αρχαιοτήτων & Πολιτιστικής κληρονομιάς του Υπουργείου Πολιτισμού & Αθλητισμού) και γ) κατά το χρονικό διάστημα από 07/05/2015 έως 07/12/2018, πραγματοποιώντας συνολικά 175 ημερομίσθια (βλ. τη με ημερομηνία 21/12/2018 βεβαίωση της Εφορείας Αρχαιοτήτων πόλης Αθηνών του Υπουργείου Πολιτισμού & Αθλητισμού). Τα ετήσια εισοδήματα, που δήλωσε η αιτούσα τα τελευταία χρόνια πριν την υποβολή της αίτησης, είναι τα εξής: α) για το φορολογικό έτος 2015, η αιτούσα δήλωσε εισοδήματα ύψους 2.850€ (εισόδημα από ακίνητη περιουσία), έλαβε δε επίδομα ανεργίας συνολικού ύψους 1.353,60 ευρώ (βλ. την πράξη διοικητικού προσδιορισμού φόρου του ανωτέρω φορολογικού έτους), β) για το φορολογικό έτος 2014, η αιτούσα δήλωσε εισοδήματα ύψους 9.377,83 € (εισόδημα από ακίνητη περιουσία 2.850 ευρώ + εισόδημα από μισθωτή εργασία 6.527,80 ευρώ + εισόδημα από μερίσματα/τόκους/δικαιώματα 0,03 ευρώ, βλ. την πράξη διοικητικού προσδιορισμού φόρου του ανωτέρω φορολογικού έτους), γ) για το οικονομικό έτος 2014, η αιτούσα δεν δήλωσε εισοδήματα, έλαβε δε επίδομα ανεργίας συνολικού ύψους 4.802,40 ευρώ (βλ. την πράξη του διοικητικού προσδιορισμού φόρου του ανωτέρω οικονομικού έτους). Στα περιουσιακά στοιχεία της αιτούσας περιλαμβάνεται η πλήρης κυριότητα σε ποσοστό 100% μίας οικοδομής κείμενης στη θέση «Πυρνάρι – Παλαιά Κονάκια» του Δήμου Γλυφάδας Αττικής στο Ο.Τ. 319 επί της οδού Παπαφλέσσα, αριθμός 62, και ειδικότερα: α) ενός διαμερίσματος (Ι-1) του ισογείου ορόφου, επιφανείας 112 τ.μ., αξίας 185.075,12 ευρώ, β) ενός διαμερίσματος (Α-1) του πρώτου ορόφου, επιφανείας 163,70 τ.μ., αξίας 170.166,15 ευρώ, επί του οποίου η εφεσίβλητη έχει εγγράψει 1) προσημείωση υποθήκης στις 20/02/2008 για το ποσό των 41.600 ευρώ, 2) προσημείωση υποθήκης στις 20/02/2008 για το ποσό των 140.000 ευρώ και 3) προσημείωση υποθήκης στις 20/02/2008 για το ποσό των 130.000 ευρώ καθώς και γ) ενός διαμερίσματος (Β-1) του δεύτερου ορόφου, επιφανείας 44 τ.μ., αξίας 30.492 ευρώ (βλ. εκκαθαριστικό Ε.Ν.Φ.Ι.Α. έτους 2020, με προκύπτοντα φόρο τα 1.582,18 ευρώ). Η εν λόγω οικοδομή περιήλθε στην κυριότητα της αιτούσας δυνάμει του με αριθμό 16972/1993 συμβολαίου γονικής παροχής ψιλής κυριότητας της Συμβολαιογράφου Αθηνών Σοφίας Κούσουλα – Παναγάκη, που μεταγράφηκε νόμιμα στα βιβλία του Υποθηκοφυλακείου Παλαιού Φαλήρου (τόμος 333 αριθμός 234), όπως αυτό διορθώθηκε με τη με αριθμό 10717/2003 πράξη διόρθωσης της Συμβολαιογράφου Αθηνών, Ιωάννας – Ευσταθίας Ζαφειριάδη – Καναβάρη, που μεταγράφηκε νόμιμα στα βιβλία του Υποθηκοφυλακείου Γλυφάδας (τόμος 27 αριθμός 16), σε συνδυασμό με τις με αριθμούς 10719/2003, 10720/2003 πράξεις παραίτησης από το δικαίωμα επικαρπίας αναφορικά με τις με αριθμούς Α-1 και Β-1, αντίστοιχα, οριζόντιες ιδιοκτησίες, της Συμβολαιογράφου Αθηνών, Ιωάννας – Ευσταθίας Ζαφειριάδη – Καναβάρη, που μεταγράφηκαν νόμιμα στα βιβλία του Υποθηκοφυλακείου Γλυφάδας (τόμος 27 αριθμοί 18 και 19, αντίστοιχα), και τη με αριθμό11442/2008 πράξη παραίτησης από το δικαίωμα επικαρπίας της Συμβολαιογράφου Αθηνών Στρατηγούλας Κασκαβέλη – Πεχλιβανίδου αναφορικά με τη με αριθμό Ι-1 οριζόντια ιδιοκτησία. Επίσης, η αιτούσα είναι αποκλειστική κυρία ενός αυτοκινήτου μάρκας Toyota, μοντέλο Aygo, 998 κυβικών εκατοστών, με αριθμό κυκλοφορίας ……., έτος πρώτης κυκλοφορίας 2005 και αγοραίας αξίας σήμερα 1.000 ευρώ. Εισοδήματα και περιουσιακά στοιχεία, πέραν των προαναφερθέντων, δεν αποδείχθηκε ότι έχει. Η αιτούσα, σε χρόνο προγενέστερο του έτους από την κατάθεση της αίτησης, είχε αναλάβει τα παρακάτω χρέη προς την εφεσίβλητη – καθ’ ης, τα οποία περιλαμβάνει στην κρινόμενη αίτηση ρύθμισης των οφειλών της και των οποίων ο εκτοκισμός συνεχιζόταν με το επιτόκιο ενήμερης οφειλής μέχρι το χρόνο έκδοσης της οριστικής απόφασης, καθώς είναι εμπραγμάτως ασφαλισμένα: α) με τη με αριθμό 4210295388/11-02-2008 σύμβαση δανείου, δάνειο ποσού 32.000€, καταβλητέο σε 480 μηνιαίες δόσεις, για την εξασφάλιση της οποίας έχει εγγραφεί προσημείωση υποθήκης α’ τάξης για το ποσό των 41.600 ευρώ επί του ανωτέρω αναφερόμενου υπό β’ ακινήτου της αιτούσας, με υπόλοιπο οφειλής, την 07/03/2018, ύψους 33.076,60 €, β) με τη με αριθμό 4210295647/11-02-2008 σύμβαση δανείου, δάνειο ποσού 80.000€, καταβλητέο σε 480 μηνιαίες δόσεις, για την εξασφάλιση της οποίας έχει εγγραφεί προσημείωση υποθήκης β’ τάξης για το ποσό των 104.000 ευρώ επί του ανωτέρω αναφερομένου υπό β’ ακινήτου της αιτούσας, με υπόλοιπο οφειλής, την 07/03/2018, ύψους 81.928,55 €, γ) με τη με αριθμό 4210301868/11-02-2008 σύμβαση δανείου, δάνειο ποσού 100.000 €, καταβλητέο σε 480 μηνιαίες δόσεις, για την εξασφάλιση της οποίας έχει εγγραφεί προσημείωση υποθήκης γ’ τάξης για το ποσό των 130.000 ευρώ επί του ανωτέρω αναφερομένου υπό β’ ακινήτου της αιτούσας, με υπόλοιπο οφειλής, την 07/03/2018, ύψους 102.250,45 €. Τα χρέη της προς την ανωτέρω πιστώτρια τράπεζα ανέρχονται συνολικά σε 217.255,60 € (33.076,60 € + 81.928,55 € + 102.250,45 € ). Κατά το χρόνο λήψης των δανείων, δηλαδή κατά το οικονομικό έτος 2008, το ετήσιο εισόδημα της αιτούσας ανήλθε στο ποσό των 13.557,31 ευρώ, δηλαδή, μηνιαίως, στο ποσό των 1.129,77 ευρώ (βλ. το εκκαθαριστικό σημείωμα του ανωτέρω οικονομικού έτους). Στις προαναφερόμενες συμβάσεις, συμβλήθηκε ως εγγυήτρια υπέρ της αιτούσας η μητέρα της, Στυλιανή Ρεντούμη του Αλεξάνδρου. Η τελευταία τυγχάνει συνταξιούχος και κατά το χρόνο λήψης των δανείων, δηλαδή κατά το οικονομικό έτος 2008, λάμβανε μηνιαία σύνταξη 2.452,50 ευρώ (βλ. το εκκαθαριστικό σημείωμα του ανωτέρω οικονομικού έτους με συνολικό δηλωθέν εισόδημα ύψους 29.429,92 ευρώ), κατά το οικονομικό έτος 2009 λάμβανε μηνιαία σύνταξη 894,38 ευρώ (βλ. το εκκαθαριστικό σημείωμα του ανωτέρω οικονομικού έτους με συνολικό δηλωθέν εισόδημα ύψους 10.732,64 ευρώ) (…) Λαμβανομένων υπόψη: α) ότι τα εισοδήματα της αιτούσας, κατά το χρόνο σύναψης των επίδικων δανείων (2008), προέρχονταν από την εργασία της και ότι, σε συνδυασμό με τα εισοδήματά της – συμβληθείσας ως εγγυήτριας στα ως άνω δάνεια – μητέρας της που προέρχονταν από λήψη σύνταξης, η ίδια (αιτούσα) διέθετε εύλογα την πεποίθηση ότι με τα εισοδήματα αυτά και τη δική της περιουσιακή κατάσταση θα μπορέσει να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις που απέρρεαν από τα ως άνω δάνεια που έλαβε, β) ότι τα εισοδήματα της εκκαλούσας τα οποία προέρχονταν από την επί σειρά ετών (από το 2001) απασχόλησή της στην εταιρεία «Αττικές Διαδρομές Α.Ε.», συνεπεία της μεταγενέστερης (2012) απόλυσής της από την εταιρεία αυτή, της περιέλευσής της σε κατάσταση ανεργίας και της επακολουθήσεις κατά διαστήματα και μόνο απασχόλησής της σε Υπηρεσίες του Υπουργείου Πολιτισμού, μειώθηκαν σημαντικά σε σύγκριση με το διαθέσιμο οικογενειακό εισόδημα και τις οικονομικές της εν γένει διαθέσιμες δυνάμεις κατά το χρόνο λήψης των δανείων, βάσει αυτών και με σύγκριση των διαθέσιμων εισοδημάτων της μετά το 2012 με τις ληξιπρόθεσμες οφειλές της προς την εφεσίβλητη, αποδεικνύεται ότι η περιέλευση της εκκαλούσας σε αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρεών της προς την εφεσίβλητη δεν οφειλόταν σε δόλο της, καθώς ουδόλως προκύπτει ότι κατά το χρόνο ανάληψης των δανείων, βάσει αυτών και με σύγκριση των διαθέσιμων εισοδημάτων της μετά το έτος 2012 με τις ληξιπρόθεσμες οφειλές της προς την εφεσίβλητη, αποδεικνύεται ότι η περιέλευση της εκκαλούσας σε αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρεών της προς την εφεσίβλητη δεν οφειλόταν σε δόλο της, καθώς ουδόλως προκύπτει ότι κατά το χρόνο ανάληψης των δανείων η εκκαλούσα δεν μπορούσε να τα εξυπηρετήσει με βάση τα εισοδήματά της ή ότι μπορούσε κατά τον παραπάνω χρόνο να προβλέψει τη μελλοντική αδυναμία εξυπηρέτησής τους, η δε αρνητική αυτή σχέση μεταξύ των εισοδημάτων της και των οφειλών της κατά την τρέχουσα χρονική περίοδο, αλλά και στο εγγύς μέλλον, δεν αναμένεται να βελτιωθεί, λόγω των ανωτέρω οικονομικών δεδομένων της εκκαλούσας και της οικονομικής κρίσης η οποία μαστίζει τη χώρα και έχει πλήξει κάθε τομέα της ελληνικής κοινωνίας, ενώ, παράλληλα, οι δανειακές της υποχρεώσεις αυξάνονται συνεχώς λόγω της επιβάρυνσης των δανείων της με τόκους υπερημερίας. Συνεπώς, συντρέχει στην προκείμενη περίπτωση, μόνιμη και διαρκής πραγματική αδυναμία της εκκαλούσας για την πληρωμή του κύριου όγκου των ληξιπρόθεσμων οφειλών της προς την εφεσίβλητη. Η τελευταία, κατά την παράστασή της στο πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, προέβαλε την ένσταση της δόλιας περιέλευσης της αιτούσας – εκκαλούσας σε κατάσταση αδυναμίας πληρωμών, την οποία επανέφερε με τις προτάσεις της στην παρούσα δευτεροβάθμια δίκη, ισχυριζόμενη ότι η αιτούσα – εκκαλούσα προέβη σε υπέρμετρο δανεισμό, ενώ γνώριζε το ποσό του μηνιαίου εισοδήματός της για να τα αποπληρώσει. Η ένσταση αυτή πρέπει ν’ απορριφθεί σε κάθε περίπτωση ως ουσιαστικά αβάσιμη (άρθρο 1 παρ.1 του Ν.3869/2010), καθώς δεν αποδείχθηκε δόλος εκ μέρους της αιτούσας οφειλέτιδας ως προς την ανάληψη των ανωτέρω χρεών και την αποπληρωμή τους, δεδομένου ότι μόνη η ανάληψη δανειακών υποχρεώσεων, η εξυπηρέτηση των οποίων είναι επισφαλής, δεν αποτελεί στοιχείο δόλου. Ο υπερβολικός δανεισμός, ο οφειλόμενος εν προκειμένω σε κακό υπολογισμό των οικονομικών δυνατοτήτων της αιτούσας – εκκαλούσας και των προοπτικών των οικογενειακών εισοδημάτων της είναι από τις κυριότερες αιτίες της θεσμοθέτησης του Ν.3869/2010. Εξάλλου, οι τράπεζες όπως και εν προκειμένω η εφεσίβλητη, είχε τη δυνατότητα να πληροφορηθεί προηγουμένως με επάρκεια μέσω του τραπεζικού συστήματος που διαθέτει αλλά και από τα στοιχεία που ζητεί από τον επίδοξο πιστούχο ή εγγυητή, τις δυνατότητες των δανειοληπτών και των εγγυητών προς αποπληρωμή των δανείων και, εν προκειμένω, μπορούσε να εξετάσει την προοπτική αποπληρωμής των χρεών της αιτούσας – εκκαλούσας, την οποία προοπτική αποπληρωμής προφανώς αποδέχθηκε βάσει των οικονομικών της δυνατοτήτων, οι οποίες στηρίζονταν αποκλειστικά στα εισοδήματά της ως δυνατή και αποδέχθηκε περαιτέρω να συμβληθεί αυτή ως οφειλέτρια στα επίδικα δάνεια που χορήγησε η εφεσίβλητη στην ίδια. Η κατακόρυφη μείωση των εισοδημάτων της εκκαλούσας λόγω της απόλυσής της από την εργασία της εξαιτίας της συρρίκνωσης του κύκλου εργασιών της επιχείρησης στην οποία απασχολούνταν συνεπεία της δυσμενούς οικονομικής συγκυρίας που μαστίζει τη Χώρα την τελευταία δεκαετία, ήταν αυτή που προκάλεσε την αδυναμία της να αποπληρώσει τα χρέη της. Ακολούθως και υπό την ίδια αιτιολογία βάσει των ανωτέρω πραγματικών περιστατικών, η αίτηση αποδεικνύεται ότι ασκήθηκε βάσιμα και, επομένως, ο ισχυρισμός της εφεσίβλητης περί καταχρηστικής άσκησης δικαιώματος (άρθρο 281 ΑΚ) πρέπει, επίσης, ν’ απορριφθεί ως ουσία αβάσιμος. Ενόψει αυτών, η αίτηση, η οποία πρέπει να είναι ορισμένη, απορριπτομένου του περί του αντιθέτου ισχυρισμού της εφεσίβλητης, διότι, σύμφωνα με τα άρθρα 216 παρ.1, 741 και 747 του ΚΠολΔ, η αιτούσα αναφέρει όλα τα απαιτούμενα ως άνω στην αρχή αναφερόμενα στοιχεία για τη θεμελίωσή της στο Ν.3869/2010, μη απαιτουμένης της αναφοράς πρόσθετων στοιχείων σχετικά με τα χρέη και τον ακριβή χρόνο ανάληψης καθενός απ’ αυτά (πέραν της αναφοράς ότι αναλήφθηκαν σε χρόνο προγενέστερο του έτους από την υποβολή της αίτησης) καθώς και (σχετικά) με την οικογενειακή, εισοδηματική της κατάσταση, τις βιοτικές της ανάγκες καθώς και την αιτία ανάληψή τους και αδυναμίας αποπληρωμής αυτών, του Δικαστηρίου δυναμένου από τις προσκομιζόμενες αποδείξεις να κρίνει εάν αποδεικνύεται κατ’ ουσία η συνδρομή των προϋποθέσεων υπαγωγής της αιτούσας στον ως άνω νόμο και η μόνιμη ή μη αδυναμία πληρωμής των χρεών της, καθορίζοντας, στη συνέχεια, τις βιοτικές της ανάγκες και, ακολούθως, τον τρόπο αποπληρωμής των οφειλών αυτών και νόμιμη, καθώς η αιτούσα δεν διαθέτει την πτωχευτική ικανότητα διότι δεν είναι έμπορος, στηριζόμενη στα άρθρα 1, 4, 8, 9 και 11 του Ν.3869/2010, πρέπει να γίνει δεκτή κατ’ ουσία. Ακολούθως, εφόσον το προταθέν σχέδιο διευθέτησης των οφειλών της αιτούσας – εκκαλούσας δεν έγινε δεκτό από τη δανείστριά της, συντρέχουν στο πρόσωπό της οι προϋποθέσεις για την υπαγωγή αυτής στο Ν.3869/2010. Βάσει της εν γένει οικονομικής κατάστασης της αιτούσας – εκκαλούσας, η ρύθμιση των χρεών της θα γίνει με μηνιαίες καταβολές προς την εφεσίβλητη από τα εισοδήματά της που προέρχονται από την εργασία της καθώς και την εκμίσθωση του ανωτέρω αναφερομένου με αριθμό Α-1 διαμερίσματος του πρώτου ορόφου της ανωτέρω αναφερομένης οικοδομής ιδιοκτησίας της, για χρονικό διάστημα τριών (3) ετών, αρχής γενομένης από τον πρώτο μήνα μετά τη δημοσίευση της παρούσας, στα πλαίσια της ρύθμισης του άρθρου 8 παρ.2 του Ν.3869/2010 όπως ισχύει και θα καταβάλλονται μέσα στο πρώτο πενθήμερο κάθε μήνα. Όσον αφορά το ειδικότερο περιεχόμενο της ρύθμισης αυτής (άρθρο 8 παρ.2), λαμβανομένων υπόψη των βασικών βιοτικών αναγκών της εκκαλούσας με βάση την κατάστασή της, για λειτουργικά έξοδα κατοικίας, διατροφή, ένδυση, υπόδηση, μετακινήσεις, ιατροφαρμακευτική περίθαλψη και τις δυνατότητες οικονομικής συμβολής της μητέρας της, βάσει της σύνταξης που η τελευταία λαμβάνει, το προς διάθεση στην εφεσίβλητη ποσό πρέπει να οριστεί σε 40 ευρώ το μήνα, για χρονικό διάστημα τριών (3) ετών (36 μηνών), δηλαδή συνολικά στο τέλος της τριετίας η αιτούσα, βάσει της ρύθμισης του άρθρου 8 παρ.2, θα πρέπει να έχει καταβάλει στην καθ’ ης η αίτηση – εφεσίβλητη το ποσό των (40 ευρώ Χ 36 μήνες) = 1.440 ευρώ. Το ανωτέρω ποσό μηνιαίας δόσης των 40 ευρώ, εξάλλου, ομολογεί και η αιτούσα με τις πρωτόδικες προτάσεις της και τη δήλωση του πληρεξούσιου δικηγόρου της στα πρακτικά κατά τη συζήτηση στο πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, ότι δύναται να καταβάλλει. Περαιτέρω, δυνάμει της από 21/12/2015 προσωρινής διαταγής της Ειρηνοδίκη Υπηρεσίας, του Ειρηνοδικείου Αθηνών, η αιτούσα υποχρεώθηκε να καταβάλει σύμμετρα προς την πιστώτριά της, αρχής γενομένης από την 01/01/2016, το ποσό των διακοσίων πενήντα ευρώ (250,00 €) μηνιαίως. Σε συμμόρφωση προς την προσωρινή αυτή διαταγή, αποδείχθηκε ότι κατέβαλε στην καθ’ ης, βάσει των προσκομισθέντων αποδεικτικών και γραμματίων εισπράξεων και μόνο, μέχρι και τον Ιανουάριο του έτους 2018, το ποσό των 6.250 ευρώ (βλ. τα επικαλούμενα και προσκομιζόμενα δελτία καταθέσεων και γραμμάτια εισπράξεων της καθ’ ης). Οι προσωρινές αυτές μηνιαίες καταβολές, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 5 παρ.3 και 8 παρ.2 εδ. γ’ του Ν.3869/2010, όπως ισχύουν μετά το Ν.4549/2018 και οι οποίες – διατάξεις – εφαρμόζονται σύμφωνα με το άρθρο 68 παρ.8 και στις δίκες που είναι εκκρεμείς κατά την έναρξη ισχύος του ως άνω νόμου, συνυπολογίζονται στις καταβολές του άρθρου 8 παρ.2 με τον επιμερισμό τους στις μηνιαίες δόσεις της οριστικής ρύθμισης, κατά τον τρόπο που ορίζεται στις διατάξεις αυτές. Ενόψει του ότι κατά την τριετία της επιβαλλόμενης ρύθμισης, η αιτούσα καλείται να καταβάλει συνολικό ποσό 1.440 € (40 € Χ 36 μήνες), αφαιρώντας απ’ αυτό, το ποσό των 6.250 € που έχει ήδη αποδεδειγμένα καταβάλει, δεν απομένει κανένα ποσό (1.440 € – 6.250€ = 0) ώστε να κατανεμηθεί στο χρόνο ρύθμισης του άρθρου 8 παρ.2. Κατ’ ακολουθία, οι δόσεις του άρθρου 8 του Ν.3869/2010 θα πρέπει να οριστούν μηδενικές για 36 μήνες για την αιτούσα, αρχόμενες από το πρώτο πενθήμερο του επόμενου της δημοσίευσης της παρούσας απόφασης μήνα και πλασματικά καταβλητέες εντός του πρώτου πενθήμερου εκάστου μηνός. Σε ό, τι αφορά την κύρια κατοικία της αιτούσας, δηλαδή το ως άνω αναφερόμενο με αριθμό Ι-1 διαμέρισμα του ισογείου ορόφου της ανωτέρω οικοδομής, επιφανείας 112 τ.μ., της οποίας είναι αποκλειστική κυρία και για την οποία υποβάλλεται αίτημα εξαίρεσης από την εκποίηση δυνάμει του άρθρου 9 παρ.2 του Ν.3869/2010, πρέπει να οριστούν μηνιαίες καταβολές για τη διάσωση αυτής, η αντικειμενική αξία της οποίας ανέρχεται στο ποσό των 185.075,12 ευρώ, κατά τα προαναφερθέντα και δεν υπερβαίνει το προβλεπόμενο από τις ισχύουσες διατάξεις όριο αφορολόγητης απόκτησης πρώτης κατοικίας προσαυξημένο κατά 50%, όπως απαιτείται για την εξαίρεσή της από την εκποίηση, σύμφωνα με την εφαρμοζόμενη ως άνω παλαιότερη διάταξη του άρθρου 9 παρ.2 του Ν.3869/2010. Για τη διάσωση της κύριας κατοικίας της, η εκκαλούσα θα πρέπει να καταβάλει το ποσό των 24.000 ευρώ. Η αποπληρωμή του ποσού αυτού θα πραγματοποιηθεί σύμφωνα με το νόμο εντόκως, χωρίς ανατοκισμό, με το μέσο επιτόκιο στεγαστικού δανείου με κυμαινόμενο επιτόκιο, που θα ισχύει κατά το χρόνο της αποπληρωμής, σύμφωνα με το στατιστικό δελτίο της Τράπεζας της Ελλάδος αναπροσαρμοζόμενο με επιτόκιο αναφοράς αυτό των Πράξεων Κύριας Αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό της απόφασης. Ο χρόνος δε τοκοχρεωλυτικής εξόφλησης του ποσού αυτού, πρέπει να οριστεί σε 20 έτη (240 μηνιαίες δόσεις), λαμβανομένων υπόψη της ηλικίας της εκκαλούσας, της οικονομικής της κατάστασης και των δανειακών υποχρεώσεών της. Το ποσό που θα καταβάλλει αυτή, στα πλαίσια της ρύθμισης, θα ανέρχεται σε (24.000 : 240 =) 100,00 ευρώ μηνιαίως, το οποίο θα αρχίσει να καταβάλλεται τρία (3) έτη μετά τη δημοσίευση της παρούσας απόφασης, εντός του πρώτου τριημέρου κάθε μήνα, ώστε να δύναται η εκκαλούσα να είναι συνεπής με την ως άνω ρύθμιση, χωρίς ανατοκισμό, με το μέσο επιτόκιο στεγαστικού δανείου με το κυμαινόμενο επιτόκιο που θα ισχύει κατά το χρόνο της αποπληρωμής, σύμφωνα με το στατιστικό δελτίο της Τράπεζας της Ελλάδος, αναπροσαρμοζόμενο με επιτόκιο αναφοράς αυτό των Πράξεων Κύριας Αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Κατά τον παραπάνω τρόπο, η αιτούσα θα καταβάλει το μέγιστο της δυνατότητας αποπληρωμής της, αναπροσαρμογή δε του ανωτέρω ποσού δεν προκύπτει ότι μπορεί να οριστεί με βάση τα τρέχοντα οικονομικά δεδομένα της, επιπλέον, δε, θα καταβάλει τέτοιο ποσό ώστε η πιστώτριά της να λάβει το υποχρεωτικό από το νόμο αντάλλαγμα για τη διάσωση της κύριας κατοικίας της. Μετά από την εφαρμογή των ανωτέρω ρυθμίσεων, το υπόλοιπο των απαιτήσεων της καθ’ ης αναφορικά με την αιτούσα δεν μπορεί να ικανοποιηθεί, γιατί δεν δύναται από το νόμο να επιβληθεί άλλη υποχρέωση σ’ αυτήν (άρθρο 11 παρ.1 του Ν.3869/2010). Περαιτέρω, πρέπει να εξαιρεθούν από την εκποίηση τα υπόλοιπα ως άνω αναφερόμενα περιουσιακά στοιχεία της αιτούσας και δη: α) το με αριθμό Α-1 διαμέρισμα του πρώτου ορόφου της ανωτέρω αναφερόμενης οικοδομής, καθώς η εκμετάλλευσή του με την είσπραξη του μισθώματος αποφέρει αξιόλογο εισόδημα στην αιτούσα, το οποίο κρίνεται σημαντικό όχι μόνο για την αποπληρωμή των ως άνω μηνιαίων δόσεων στην εφεσίβλητη αλλά και για τη διατήρηση αξιοπρεπών συνθηκών διαβίωσης της αιτούσας, ενόψει του σκοπού του Ν.3869/2010, που δεν είναι η εξαθλίωση του οφειλέτη αλλά η επανένταξή του στην οικονομική ζωή, β) το με αριθμό Β-1 διαμέρισμα του δεύτερου ορόφου, το οποίο, λόγω της μικρή του επιφάνειας (44 τ.μ.) και της κατάστασής του (μη αποπερατωμένο και μη ηλεκτροδοτούμενο), κρίνεται ότι δεν πρόκειται να προκαλέσει αγοραστικό ενδιαφέρον, ούτε να αποφέρει κάποιο αξιόλογο τίμημα για την ικανοποίηση της πιστώτριας – εφεσίβλητης, μετά την αφαίρεση και των εξόδων της σχετικής διαδικασίας (αμοιβή εκκαθαριστή, έξοδα δημοσιεύσεων κλπ) και γ) το αυτοκίνητο μάρκας Toyota, μοντέλο Aygo, διότι ενόψει της παλαιότητάς του (έτος πρώτης κυκλοφορίας: 2005) δεν πρόκειται να προκαλέσει αγοραστικό ενδιαφέρον, ούτε να αποφέρει κάποιο αξιόλογο τίμημα για την ικανοποίηση της πιστώτριας – εφεσίβλητης. Επομένως, δεν πρέπει να διαταχθεί η εκποίηση των ανωτέρω κατ’ άρθρο 9 παρ.1 του Ν.3869/2010. Κατ’ ακολουθία όλων των ανωτέρω, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που δέχθηκε ότι η αιτούσα περιήλθε με δόλο σε παύση πληρωμών και, ως εκ τούτου, δεν μπορούσε να υπαχθεί στο Ν.3869/2010 και απέρριψε την αίτηση ως ουσιαστικά αβάσιμη, χωρίς να προβεί στη ρύθμιση των οφειλών της, εσφαλμένα εκτίμησε τις αποδείξεις, γινομένου δεκτού του σχετικού λόγου έφεσης της αιτούσας ως ουσιαστικά βάσιμου. Επομένως, η έφεση της αιτούσας πρέπει να γίνει δεκτή κατ’ ουσία και η πρωτόδικη απόφαση να εξαφανιστεί στο σύνολό της και, αφού κρατηθεί η υπόθεση προς εκδίκαση από το παρόν Δικαστήριο, η αίτηση να γίνει δεκτή ως ουσιαστικά βάσιμη και να ρυθμιστούν τα χρέη της αιτούσας, όπως ορίζεται στο διατακτικό. Δικαστικά έξοδα δεν επιδικάζονται σύμφωνα με το άρθρο 8 παρ.6 του Ν.3869/2010. Τέλος, λόγω της νίκης της εκκαλούσας, το με αριθμό ….. ηλεκτρονικό παράβολο, ποσού 75 ευρώ, που κατατέθηκε απ’ αυτή, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 495 παρ.3 του ΚΠολΔ (όπως το πρώτο εδάφιο αντικαστάθηκε από 23 Ιανουαρίου 2017 με τα άρθρα 35 παρ.2 και 45 του Ν.4446/2016 – Φ.Ε.Κ. Α’ 240/22.12.2016 – ), πρέπει να επιστραφεί σ’ αυτήν (άρθρο 495 παρ.3 του ΚΠολΔ), κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό της παρούσας απόφασης.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.
ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά και ουσιαστικά την έφεση κατά της με αριθμό 1693/2018 οριστικής απόφασης του Ειρηνοδικείου Αθηνών (Διαδικασία εκούσιας δικαιοδοσίας).
ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την επιστροφή στην αιτούσα του παραβόλου της έφεσης που αναφέρεται στο σκεπτικό.
ΕΞΑΦΑΝΙΖΕΙ την ανωτέρω απόφαση.
ΚΡΑΤΕΙ και ΔΙΚΑΖΕΙ ΕΠΙ ΤΗΣ ΟΥΣΙΑΣ την από 02/11/2015 με αριθμό κατάθεσης 4143/2015 αίτηση.
ΔΕΧΕΤΑΙ την αίτηση.
ΡΥΘΜΙΖΕΙ τα χρέη της αιτούσας ορίζοντας μηδενικές μηνιαίες καταβολές για τη ρύθμιση του άρθρου 8 παρ.2 του Ν.3869/2010, επί τρία χρόνια (36 μήνες), οι οποίες θα ξεκινήσουν (πλασματικά) το πρώτο πενθήμερο του επόμενου μήνα απ’ αυτόν που δημοσιεύθηκε η παρούσα απόφαση και θα διαρκέσουν μέχρι τη συμπλήρωση της τριετίας.
ΕΞΑΙΡΕΙ από την εκποίηση την κύρια κατοικία της αιτούσας, δηλαδή το 100% της πλήρους κυριότητας επί του με αριθμό Ι-1 διαμερίσματος του ισογείου ορόφου, επιφανείας 112 τ.μ., που βρίσκεται σε οικοδομή κείμενη στη θέση «Πυρνάρι – Παλαιά Κονάκια» του Δήμου Γλυφάδας Αττικής στο Ο.Τ. 319 και επί της οδού Παπαφλέσσα αριθμός 62.
ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ στην αιτούσα την υποχρέωση να καταβάλει για τη διάσωση της ανωτέρω κύριας κατοικίας της, για χρονική διάρκεια διακοσίων σαράντα (240) μηνών, το ποσό των εκατό ευρώ (100,00€) μηνιαίως. Η καταβολή των παραπάνω δόσεων θα γίνει εντόκως, χωρίς ανατοκισμό, με το μέσο επιτόκιο στεγαστικού δανείου με κυμαινόμενο επιτόκιο που θα ισχύει κατά το χρόνο της αποπληρωμής, σύμφωνα με το στατιστικό δελτίο της Τράπεζας της Ελλάδος αναπροσαρμοζόμενο με επιτόκιο αναφοράς αυτό των Πράξεων Κύριας Αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Οι μηνιαίες αυτές καταβολές θα ξεκινήσουν τρία (3) έτη μετά τη δημοσίευση της παρούσας απόφασης, εντός του πρώτου τριημέρου κάθε μήνα και από το ποσό του ανταλλάγματος για τη διάσωση της κύριας κατοικίας της αιτούσας, θα ικανοποιηθούν οι απαιτήσεις της καθ’ ης.
ΕΞΑΙΡΕΙ από την εκποίηση την υπόλοιπη ακίνητη περιουσία της αιτούσας, δηλαδή το 100% της πλήρους κυριότητας επί α) του με αριθμό Α-1 διαμερίσματος του πρώτου ορόφου, επιφανείας 163,70 τ.μ. και β) του με αριθμό Β-1 διαμερίσματος του δευτέρου ορόφου, επιφανείας 44 τ.μ., τα οποία βρίσκονται σε οικοδομή κείμενη στη θέση «Πυρνάρι – Παλαιά Κονάκια» του Δήμου Γλυφάδας Αττικής στο Ο.Τ. 319 και επί της οδού Παπαφλέσσα αριθμός 62.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στην Αθήνα, σε έκτακτη και δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο αυτού του Δικαστηρίου, στις 12 Αυγούστου 2022, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους.
Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Leave a Reply