167/2022 ΕιρΑθηνών

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΤΜΗΜΑ ΑΝΑΚΟΠΩΝ

Αριθμός απόφασης: 167/2022

ΤΟ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

Αποτελούμενο από την Ειρηνοδίκη Αικατερίνη Παπακακωνσταντίνου, την οποία όρισε η Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Ειρηνοδικείου και τη Γραμματέα Ιωάννα Γκλαβά.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 20.10.2021 για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

ΤΩΝ ΑΝΑΚΟΠΤΟΝΤΩΝ: 1. ………………………………., κατοίκου ……………………. (ΑΦΜ … ), που παραστάθηκε μετά του πληρεξουσίου δικηγόρου Χρήστου Θεοδωρόπουλου και 2. Ιδιωτικής κεφαλαιουχικής εταιρείας με την επωνυμία «…………………….. (ΑΦΜ …..) και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία παραστάθηκε δια του ανωτέρω πληρεξουσίου δικηγόρου.

ΤΗΣ ΚΑΘ’ ΗΣ Η ΑΝΑΚΟΠΗ: Ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «……………………», που εδρεύει στην ………………….και εκπροσωπείται νόμιμα (ΑΦΜ …), η οποία παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου δικηγόρου ………………..

Οι ανακόπτοντες με την από 21.4.2021 ανακοπή τους, που νόμιμα κατατέθηκε στη γραμματεία του δικαστηρίου τούτου με ειδικό αριθμό 143/2021 και προσδιορίσθηκε για την ανωτέρω δικάσιμο, ζητούν όσα αναφέρονται σ’ αυτή.

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, μετά την εκφώνησή της από το σχετικό πινάκιο, οι πληρεξούσιοι  των διαδίκων ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και στις προτάσεις που κατέθεσαν.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

          Με την κρινόμενη ανακοπή, οι ανακόπτοντες ζητούν, για τους λόγους που διαλαμβάνονται σ’ αυτή, να ακυρωθεί η με αριθμό 8776/2020 διαταγή πληρωμής, με την οποία υποχρεώθηκαν να καταβάλουν στην καθ’ ης το ποσό των 10.548,03 ευρώ πλέον τόκων και εξόδων, καθώς και η σε βάρους τους αναγκαστική εκτέλεση δυνάμει της από 5.11.2020 επιταγής προς πληρωμή που συντάχθηκε κάτωθι αντιγράφου πρώτου απογράφου εκτελεστού της ως άνω διαταγής πληρωμής και τέλος να καταδικαστεί η αντίδικός τους στην εν γένει δικαστική τους δαπάνη. Η ανακοπή, στο δικόγραφο της οποίας παραδεκτά σωρεύεται ανακοπή της διαταγής πληρωμής του άρθρου 632 παρ. 1-2 ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο τέταρτο του άρθρου 1 του Ν.4335/2015 ΦΕΚ Α87/23-07-2015 με ημερομηνία έναρξης 01-01-2016 σύμφωνα με το άρθρο 1 άρθρο ένατο παρ. 4 του Ν.4335/2015 και ανακοπή εκτέλεσης του άρθρου 933 ΚΠολΔ, όπως αντικαστάθηκε με την παράγραφο 2 του άρθρου ογδόου του άρθρου 1 του Ν.4335/2015, ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα, δεδομένου ότι η ανακοπή κατά της διαταγής πληρωμής, ασκήθηκε εντός της προβλεπόμενης νόμιμης προθεσμίας των 15 εργάσιμων ημερών από την επίδοση της διαταγής πληρωμής, καθόσον ακριβές αντίγραφο πρώτου εκτελεστού απογράφου της τελευταίας επιδόθηκε στους ανακόπτοντες στις 12.4.21 (βλ. υπ’ αριθμ.11.230Δ’ και 11.229Δ’ εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Αθηνών Βασιλείου Κουσιαφέ) και οι τελευταίοι κατέθεσαν την υπό κρίση ανακοπή στη γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου στις 22.4.21 (βλ. έκθεση κατάθεσης της γραμματέως) και την επέδωσαν στην καθ’ ης στις 26.4.21 (βλ. την υπ’ αρ.11343Β’ έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας του Εφετείου Αθηνών Άννας Παχάκη), νόμιμα δε και εμπρόθεσμα και ως ανακοπή του άρθρου 933 ΚΠολΔ, αφού ασκήθηκε εντός της νόμιμης προθεσμίας του άρθρου 934 παρ.1α, όπως αντικατάσταθηκε με το άρθρο όγδοο του άρθρου 1 του Ν.4335/2015. Αρμοδίως φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, ως καθύλην και κατά τόπο αρμοδίου (632 παρ.2 και 933 ΚΠολΔ), με την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών σύμφωνα με το άρθρο 614 ΚΠολΔ. Περαιτέρω, η ανακοπή είναι νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 633 παρ.2, 614, 585, 933, 934 παρ.1α. 937 παρ.3 και 176 ΚΠολΔ. Πρέπει, συνεπώς, να γίνει δεκτή κατά το τυπικό της μέρος η ανακοπή και να ερευνηθεί περαιτέρω η νομική και ουσιαστική βασιμότητα των λόγων της.

          Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 281 ΑΚ η άσκηση του δικαιώματος απαγορεύεται αν υπερβαίνει προφανώς τα όρια που επιβάλλουν η καλή πίστη ή τα χρηστά ήθη ή ο κοινωνικός ή οικονομικός σκοπός του δικαιώματος. Πλην, όμως, μόνο το γεγονός ότι η άσκηση του δικαιώματος στη συγκεκριμένη περίπτωση επιφέρει βλάβη, έστω και μεγάλη, στον οφειλέτη, δεν αρκεί για να χαρακτηρίσει ως καταχρηστική την άσκησή του, αλλά πρέπει να συνδυάζεται και με άλλες περιστάσεις, όπως συμβαίνει όταν ο δανειστής δεν έχει στην πραγματικότητα συμφέρον από την άσκηση του δικαιώματός του. Στο πλαίσιο αυτό ο δανειστής, ο οποίος ασκώντας συμβατικό δικαίωμά του επιδιώκει την είσπραξη της απαίτησής του, ενεργεί προς ικανοποίηση θεμιτού συμφέροντός του, συνυφασμένου με τη διαχείριση της περιουσίας του, τον τρόπο της οποίας αυτός ελεύθερα κατ’ αρχήν αποφασίζει, εκτός αν στη συγκεκριμένη περίπτωση υπάρχει υπέρβαση και μάλιστα προφανής των αρχών της καλής πίστης, των χρηστών ηθών και του κοινωνικοοικονομικού σκοπού του δικαιώματος (ΑΠ 1472/2004 ΤΝΠ Νόμος). Αυτό συμβαίνει, όταν η συμπεριφορά του δανειστή που προηγήθηκε της άσκησης του δικαιώματος του, σε συνδυασμό με την πραγματική κατάσταση που διαμορφώθηκε στο μεσοδιάστημα, δημιούργησαν στον οφειλέτη την εύλογη πεποίθηση ότι ο δανειστής δεν θα ασκούσε το δικαίωμα του στο χρόνο που το άσκησε, με αποτέλεσμα η πρόωρη άσκησή του να προκαλεί επαχθείς συνέπειες στον οφειλέτη και να εμφανίζεται έτσι αδικαιολόγητη και καταχρηστική (ΑΠ 1352/2011 ΧρΙδ 2012. 663, ΠΠρΠατ 104/2014 ΕΠΟΛΔ 2014. 511).

          Στην προκείμενη περίπτωση, με το δεύτερο λόγο της ανακοπής τους, οι ανακόπτοντες ισχυρίζονται ότι η καθ’ ης, με την οποία συνεργάζονται επί έτη χωρίς να έχουν υπάρξει στο παρελθόν ληξιπρόθεσμες οφειλές τους, καταχρηστικά επεδίωξε τη σφράγιση της επιταγής, εκδόσεως του δεύτερου ανακόπτοντος εις διαταγήν της πρώτης ανακόπτουσας, βάσει της οποίας (επιταγής) αιτήθηκε και πέτυχε την έκδοση της προσβαλλόμενης διαταγής πληρωμής και στη συνέχεια επέδωσε σ’ αυτούς αντίγραφο πρώτου εκτελεστού απογράφου αυτής με την από 5.11.2020 επιταγή προς πληρωμή, εφόσον είχε ανασταλεί για μεγάλο διάστημα και είχε μειωθεί σημαντικά η εμπορική δραστηριότητα της αιτούσας, λόγω των μέτρων αντιμετώπισης της πανδημίας του κορωνοϊού, που έπληξε κυρίως τους χώρους εστίασης, με τους οποίους συνεργάζεται αποκλειστικά η αιτούσα. Ο ως άνω λόγος της ανακοπής είναι νόμιμος στηριζόμενος στη διάταξη του άρθρου 281 ΑΚ (βλ. ανωτέρω νομική σκέψη). Πρέπει, επομένως, να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς την ουσιαστική βασιμότητά του.

          Από την εκτίμηση της ανωμοτί εξέτασης του δεύτερου των ανακοπτόντων και των εγγράφων που νόμιμα προσκομίζουν και επικαλούνται οι διάδικοι, αποδεικνύονται τα ακόλουθα: Η ανακόπτουσα εμπορεύεται από την καθ’ ης οπωροκηπευτικά προϊόντα, φρούτα, λαχανικά, νωπά και κατεψυγμένα είδη και εν συνεχεία προμηθεύει με αυτά εστιατόρια, καφετέριες και εν γένει χώρους μαζικής εστίασης. Ο ανακόπτων είναι ιδρυτής της αιτούσας, εταίρος της σε ποσοστό 50% και πατέρας της έτερης εταίρου, νομίμου εκπροσώπου και διαχειρίστριας αυτής, Σταυρούλας Πηλιάτη. Η εμπορική συνεργασία των ανακοπτόντων με την αντίδικό τους ήταν επί πολλά έτη εύρυθμη, εφόσον δεν αποδείχθηκε αντιδικία τους για ληξιπρόθεσμες οφειλές στο παρελθόν. Από το Μάρτιο όμως του 2020, λόγω της πανδημίας του κορωνοϊού και των μέτρων που επιβλήθηκαν για την αντιμετώπισή της, αρχικά με αυστηρό lockdown και κλειστούς χώρους εστίασης και στη συνέχεια με αυστηρά περιοριστικά μέτρα για τη λειτουργία των χώρων αυτών, η εμπορική δραστηριότητα της ανακόπτουσας, που συνεργάζεται αποκλειστικά με τέτοιους χώρους, περιορίστηκε και ως εκ τούτου μειώθηκε σημαντικά ο τζίρος της. Η επίδικη μεταχρονολογημένη επιταγή, με βάση την οποία εκδόθηκε η προσβαλλόμενη διαταγή πληρωμής (με ημερομηνία έκδοσης 31.8.20) ποσού 10.548,03 ευρώ, εκδόθηκε προσωπικά από τον ανακόπτοντα και όχι από την ανακόπτουσα εταιρεία, στο πλαίσιο της ανωτέρω εμπορικής συνεργασίας, εις διαταγήν της ανακόπτουσας, η οποία την οπισθογράφησε στην καθ’ ης, προς μεγαλύτερη εξασφάλιση της τελευταίας, αφού με την έκδοσή της, περί το Μάιο του 2020, αντικαταστάθηκαν δύο επιταγές εκδόσεως της ανακόπτουσας, τα σώματα των οποίων επεστράφησαν στην καθ’ ης. Λόγω όμως της μείωσης της δραστηριότητας της ανακόπτουσας και το επόμενο χρονικό διάστημα και της αδυναμίας πληρωμής του ποσού της επιταγής από τον ανακόπτοντα, ο τελευταίος απευθύνθηκε στην καθ’ ης και ζήτησε διευκόλυνση. Πριν ωστόσο η καθ’ ης απαντήσει στο αίτημα για ρύθμιση της οφειλής τους από την ως άνω επιταγή, η τελευταία σφραγίσθηκε (8.9.20), αιτήθηκε δε η καθ’ ης στη συνέχεια και πέτυχε την έκδοση της προσβαλλόμενης διαταγής πληρωμής με βάση την εν λόγω επιταγή ως εξ αναγωγής κομιστής και κοινοποίησε στους ανακόπτοντες αντίγραφο εξ απογράφου της προσβαλλόμενης διαταγής πληρωμής με επιταγή προς πληρωμή. Με βάση τα ανωτέρω προκύπτει ότι ενώ είχε υποβληθεί αίτημα του πρώτου των ανακοπτόντων για ρύθμιση της οφειλής που είχε προκύψει από την επίδικη μεταχρονολογημένη επιταγή και ενώ συνεχιζόταν ομαλά η εμπορική συνεργασία της ανακόπτουσας και της καθ’ ης με πληρωμές σε μετρητά, η καθ’ ης με την από 16.10.20 αίτηση ζήτησε και πέτυχε την έκδοση της προσβαλλόμενης διαταγής πληρωμής. Περαιτέρω, στις 12.4.21, εν μέσω πανδημίας και με κλειστούς τους χώρους εστίασης από το Νοέμβριο του 2020, κοινοποιήθηκε στους ανακόπτοντες αντίγραφο εξ απογράφου πρώτου εκτελεστού της προσβαλλόμενης διαταγής πληρωμής με την παρά πόδας αυτού από 5.11.20 επιταγή προς πληρωμή. Η ανωτέρω συμπεριφορά της καθ’ ης, η οποία προχώρησε τόσο στην έκδοση σε βάρος των ανακοπτόντων της προσβαλλόμενης διαταγής πληρωμής, όσο και περαιτέρω σε κοινοποίηση επιταγής προς πληρωμή, με την οποία αρχίζει η διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης (άρθρο 924 ΚΠολΔ), πριν αποφανθεί επί της σχετικής αιτήσεως περί ρύθμισης της οφειλής, έχοντας δημιουργήσει με τον τρόπο αυτό εύλογα στους ανακόπτοντες την πεποίθηση ότι δεν θα ασκήσει το σχετικό της δικαίωμα προς αναγκαστική είσπραξη της οφειλής της, υπερβαίνει προφανώς κατά την κρίση του παρόντος δικαστηρίου, τα όρια που επιβάλουν οι αρχές της καλής πίστης, των χρηστών ηθών και ο κοινωνικός και οικονομικός σκοπός του ασκηθέντος δικαιώματός της, δυσχεραίνοντας τη θέση των ανακοπτόντων, σε περίοδο μάλιστα οικονομικής κρίσης του κλάδου δραστηριότητάς τους. Σημειωτέον, ότι ενώ τον Απρίλιο του έτους 2019 ο κύκλος εργασιών της ανακόπτουσας ανερχόταν σε 84.539,54 ευρώ, τον αντίστοιχο μήνα του 2020 μειώθηκε σε 10.716,02 ευρώ και ενώ τον Αύγουστο του 2019 ανερχόταν σε 71.730,85 ευρώ, τον αντίστοιχο μήνα του 2020 μειώθηκε σε 43.006,38 ευρώ, όπως προκύπτει από τις προσκομισθείσες δηλώσεις ΦΠΑ της ανακόπτουσας. Λόγω της πρόσκαιρης οικονομικής αδυναμίας των ανακοπτόντων, που οφειλόταν στα μέτρα που ελήφθησαν λόγω της πανδημίας, η οποία υπερέβαινε τα όρια της αντοχής τους, η καλόπιστη από την πλευρά της καθ’ ης συμπεριφορά επέβαλε σ’ αυτή την υποχρέωση να ανεχθεί σε μία εύλογη καθυστέρηση στην εκπλήρωση της παροχής των οφειλετών, ιδίως εφόσον η επιδίωξη της άμεσης εκπλήρωσης της παροχής τους θα τους οδηγούσε σε πλήρη οικονομική καταστροφή, χωρίς ουσιαστικό κέρδος για την ίδια, δεδομένου μάλιστα ότι η συνεργασία τους συνεχίστηκε και αυτοί (ανακόπτοντες) υπήρξαν και συνεχίζουν να είναι απόλυτα συνεπείς με τις υποχρεώσεις τους απέναντί της. Συνεπώς, οι παραπάνω ενέργειές της πιθανολογήθηκε ότι προσλαμβάνουν καταχρηστικό χαρακτήρα (ΑΠ 1352/2011 ΤΝΠ Νόμος). Συνεπώς πρέπει να γίνει δεκτός και ως ουσιαστικά βάσιμος ο εξεταζόμενος λόγος ανακοπής.

          Κατόπιν τούτων η υπό κρίση ανακοπή θα πρέπει να γίνει δεκτή και ως ουσιαστικά βάσιμη, παρελκούσης της διερεύνησης της βασιμότητας των λοιπών λόγων της και να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη με αριθμό διαταγή πληρωμής και η από 5.11.20 επιταγή προς εκτέλεση που έχει τεθεί κάτω από αντίγραφο του πρώτου εκτελεστού απογράφου της ως άνω διαταγής πληρωμής. Τέλος, τα δικαστικά έξοδα των ανακοπτόντων θα πρέπει, κατόπιν σχετικού αιτήματός τους, να επιβληθούν σε βάρος της καθ’ ης η ανακοπή, λόγω της ήττας της (άρθρα 176 και 191 παρ.2 του ΚΠολΔ), όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

          Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.

          Δέχεται την υπό κρίση ανακοπή.

          Ακυρώνει τη με αριθμό 8776/2020 διαταγή πληρωμής του Δικαστή του παρόντος Δικαστηρίου και την από 5.11.20 επιταγή προς πληρωμή που έχει τεθεί κάτω από αντίγραφο του πρώτου εκτελεστού απογράφου της ως άνω διαταγής πληρωμής.

          Επιβάλλει σε βάρος της καθ’ ης την δικαστική δαπάνη των ανακοπτόντων, την οποία ορίζει στο ποσό των τριακοσίων (300) ευρώ.

          Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στην Αθήνα στις 24 Φεβρουαρίου 2022, σε έκτακτη και δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου με απόντες τους διαδίκους και τους πληρεξουσίους δικηγόρους τους.

             Η ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΗΣ                                           Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

                (υπογραφή)                                                    (υπογραφή)

Leave a Reply

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *